Τετάρτη, Αυγούστου 25

sylvia Plath

Mushrooms

Overnight, very
Whitely, discreetly,
Very quietly

Our toes, our noses
Take hold on the loam,
Acquire the air.

Nobody sees us,
Stops us, betrays us;
The small grains make room.

Soft fists insist on
Heaving the needles,
The leafy bedding,

Even the paving.
Our hammers, our rams,
Earless and eyeless,

Perfectly voiceless,
Widen the crannies,
Shoulder through holes. We

Diet on water,
On crumbs of shadow,
Bland-mannered, asking

Little or nothing.
So many of us!
So many of us!

We are shelves, we are
Tables, we are meek,
We are edible,

Nudgers and shovers
In spite of ourselves.
Our kind multiplies:

We shall by morning
Inherit the earth.
Our foot's in the door.

το όνειρο

«Χθες βράδυ», είπε, «κοιμήθηκα μια χαρά
αν εξαιρέσεις δυο αλλόκοτα όνειρα
που ήρθαν λίγο πριν αλλάξει ο καιρός
όταν σηκώθηκα κι άνοιξα όλα
τα πατζούρια, για να μπει στα δωμάτια
ο ζεστός πουπουλένιος άνεμος με το υγρό του φτέρωμα.

Στο πρώτο όνειρο οδηγούσα
κατεβαίνοντας τα σκότη, μέσα σε μια μαύρη νεκροφόρα
με πολλούς ανθρώπους, ώσπου τράκαρα
σ ένα φως κι αμέσως μια γυναίκα
μαινόμενη μας ακολούθησε κι όρμησε καταπάνω μας
να σταματήσει το αυτοκίνητό μας.

Κραυγάζοντας ήρθε στο νησί
Που είχαμε σταματήσει και με μια βλαστήμια
απαίτησε να πληρώσω πρόστιμο
επειδή φέρθηκα σαν αγροίκος επιδρομέας
και κατέστρεψα όλο το αόρατο
εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού του Σύμπαντος.

Άκουσα τότε πίσω μου μια φωνή
να με ειδοποιεί να της κρατήσω το χέρι
και να τη φιλήσω στο στόμα γιατί
μ αγαπούσε κι αν την αγκάλιαζα με θάρρος
θα γλίτωνα όλη την ποινή.
‘Ξέρω, ξέρω’ είπα στο φίλο μου.

Παρ ολ αυτά περίμενα να μου βάλει πρόστιμο
και πήρα της γυναίκας το λαμπερό ένταλμα
(καθώς εκείνη ξέπλενε τη διαδρομή με δάκρυα),
μετά οδήγησα να ρθω σε σένα πάνω στον άνεμο.
Δεν σου λέω για τον εφιάλτη
που μου συνέβη στην Κίνα.»

(απόδοση από τα αγγλικά: Κλεοπάτρα Λυμπέρη)