Σάββατο, Νοεμβρίου 20

το κορόιδο είναι ο ήλιος

καθώς συνεχίζεται το παιχνίδι
ας επιδιώκεις να λες όλο και πιο ξεκάθαρα
αυτό που πιστεύεις πραγματικά
ακόμα κι αν αυτό που πραγματικά πιστεύεις
αποδεικνύεται λανθασμένο

ίσως αποδειχτεί επικίνδυνο
και δύσκολο εγχείρημα

αλλά αν δεν μπορείς να γελάσεις
με τα απίστευτα θλιβερά ενδεχόμενα
που μας απειλούν
ενω προσπαθούμε
να καταλάβουμε
και να μάθουμε

τότε σίγουρα θα κάνεις ύπνο
ταραγμένο
μέσα
στο
φέρετρο

charles bukowski, να περιφέρεσαι στην τρέλα.

Κυριακή, Νοεμβρίου 14

Kitchen

γραμμένο το 1988, το Kitchen, είναι το πρώτο βιβλίο της Banana Yoshimoto, μιας αρκετά διάσημης συγγραφέα της Ιαπωνίας που απέσπασε αρκετά βραβεία μετά την έκδοση του. έχοντας διαβάσει Ιαπωνική λογοτεχνία, είπα να δοκιμάσω και κάτι πιο σύγχρονο.

το βιβλίο με περίμενε στο ράφι απο το 2005 σχεδόν, και το διάβασα σχετικά γρήγορα προσπαθώντας να βρω τι με κρατάει. το συγκεκριμένο είναι μεταφρασμένο απο τα Ιαπωνικά, στα αγγλικά και δεν ξέρω αν με κούρασε το βιβλίο αυτό καθ αυτό, ή η κακή του μετάφραση.
η ιστορία ξεκινάει μ'ενα θάνατο και συνεχίζει με θάνατο. Περιγράφει την μοναξιά, και συγκεκριμένα την μοναξιά δυο ανθρώπων με κοινές εμπειρίες (θανάτου). κάπου κάπου παρατηρείς εικόνες από το Τόκιο και μυρωδιές απο κουζίνες και μαγειρικές. το τέλος μου άρεσε, αλλά περίμενα αρκετά γι αυτό μέσα απο επαναλήψεις και παραλήψεις.

το βιβλίο επίσης αποτελείται και απο ένα δεύτερο μέρος, μια νουβέλα, το Moonlight Shadow, στο ίδιο μοτίβο με το Kitchen.
δεν θέλω να πώ περισσότερα γιατί θα το του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία, διαβάζοντας το μεταφρασμένο στα ελληνικά αυτή τη φορά

έχει γίνει και ταινία. και θα το πάω στα άκρα να δω και την ταινία.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 8

paul eluard

Κριτική της ποίησης

Μισώ τούτη την εποχή της βασιλείας των αστών
τη βασιλεία μπάτσων και παπάδων
μ’ ακόμα περισσότερο μισώ τον άνθρωπο αυτόν που δεν την μισεί
καθώς εγώ
μ’ όλες του τις δυνάμεις.

Και φτύνω στη μούρη σου άνθρωπε μηδαμινέ, από τη φύση πιο μικρέ,
που απ’ τα ποιήματα μου όλα, εσύ προτιμάς τούτη την Κριτική
της ποίησης.

(Από τη συλλογή Η άμεση ζωή, 1932)

Σάββατο, Νοεμβρίου 6

point black

Do you still say your prayers little darlin'
Do you go to bed at night
Prayin' that tommorow, everything will be alright
But tommorow's fall in number in number one by one
You wake up and you're dying you don't even know what from
Well they shot you point blank you been shot in the back
Baby point blank you been fooled this time little girl that's a fact
Right between the eyes baby, point blank
Right between the pretty lies that they tell
Little girl you fell
You grew up where young girls they grow up fast
You took what you were handed and left behind what was asked
but what they asked baby wasn't right
You didn't have to live that life,
I was gonna be your Romeo you were gonna be my Juliet
These days you don't wait on Romeo's
You wait on that welfare check
And on all the pretty things that you can't ever have
And on all the promises that always end up point blank
Sot between the eyes
Point blank like little white lies you tell to ease the pain
You're walkin' in the sights, girl of point blank
And it's one false move and baby the lights go out

Once I dreamed we were together again, baby you and me
Back home in those old clubs the way we used to be
We were standin' at the bar it was hard to hear
The band was playin' loud and you were shoutin' somethin' in my ear
You pulled my jacket off and as the drummer counted four
You grabbed my hand and pulled me out on the floor
You just stood there and held me, then you started dancin' slow
And as I pulled you tighter I swore I'd never let you go
Well I saw you last night down on the avenue
Your face was in the shadows but I knew that it was you
You were standin' in the doorway out of the rain
You didn't answer when I called out your name
You just turned, and then you looked away
Like just another stranger waitin' to get blown away

Point blank, right between the eyes
Point blank, right between the pretty lies you fell
Point blank, shot right through the heart
Yea point blank, you've been twisted up
till you've become just another part of it
Point blank, you're walkin' in the sights
Point blank, livin' one false move
Just one false move away
Point blank, they caught you in their sights
Point blank, did you forget how to love,
Girl, did you forget how to fight.
Point blank they must have shot you in the head
Cause point blank, bang bang baby you're dead.

Bruce Springsteen
point black

Κυριακή, Οκτωβρίου 31

akanthos Ak

η συμφωνεία του ακρωτηριου

Χάθηκαν οι χρυσές πέρλες
πάνω στο ματωμένο ρούχο
κι οι βροχές δεν ξεπλένουν πια....
Οι αδηφάγες κόκκινες μέρες
ανοίγουν πάλι τα μάτια
προς τον ήλιο,
ασήμαντες λέξεις στήνουν χορούς
στις πλατείες,
βουβές συναυλίες
με μόνο ήχο το χειροκρότημα .
Συμφωνίες του άδειου,
σύρε με εκεί στην άκρη της στέρεας γης
και σπρώξε με στα βάθη του νερού
που ειναι το σπίτι σου....
Κι άσε με να ταράξω τη θάλασσα
για ν' ακουστεί ο ήχος της.
Τα τρομακτικά γκλισάντα των κυμάτων
στον έρωτα με τους βράχους
κι οι δενδρισμοί των κυκλάμινων,
ήχοι της αγωνίας,
στην άκρη των χεριών,
στα άγρυπνα μάτια
στον απενοχοποιημένο θάνατο

Σάββατο, Οκτωβρίου 16

ο 'ανεμος κουβάρι

μια αληθινή ιστορία

δεν ανήκε στον κόσμο των μεγάλων.
'οταν έλεγε "βρέθηκα στον κόσμο απροετήμαστη", ομολογούσε την αλήθεια της.

'οταν ο έρωτας είναι στ' αλήθεια έρωτας, είναι ιστορία για φόβο και για τρόμο, κι αυτό εδώ είναι το τελευταίο πράγμα που θυμάσαι πριν χαθείς μέσα στον άλλον και το ξεχάσεις για τα καλά.

δεν μπορεί, κάποιος θα βρεθεί που δεν είναι ηλίθιος, δεν θα τρομάξει.

δεν σου εμπνέουν συγκίνηση και αγάπη άνθρωποι που δεν ράγισαν ποτέ και που στη φάτσα τους δεν έγραψε κανένα ζόρι.
είναι τρομερή η διαφορά ανάμεσα στα δυο αυτα αισθήματα.

εντάξει, όσο πιο πολύ θές να πλησιάσεις, τόσο λιγότερο βλέπεις.

ειναι καλύτερα να το πιστέψεις παρά να στο μάθει ο χρόνος.

με ηρωίδα την Μαλβίνα Κάραλη.

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 15

η Μάγκυ των δρόμων

Διαβάζοντας την “Μάγκυ των δρόμων” είναι σαν να βλέπεις ταινία γνήσιου Αμερικάνικου κινηματογράφου. Στους σκοτεινούς και βρώμικους δρόμους της πόλης, στην ξεπεσμένη συνοικία, οικογενειακή βία.Βία. Διαπιστώνεις αργότερα οτι η Μάγκυ έζησε κάπου το 1871…ναί και αναρωτίεσαι πως γίνεται μετά από τόσα πολλά χρόνια να μην έχει αλλαξει τίποτα. Και ανακαλύπτεις τον άνθρωπο που έγραψε το βιβλίο ορόσημο για τους Νατουραλιστές (Ζολά, Χέμινγουει, Κέρουακ…) Και όπως γράφεται στο οπισθόφυλλο ο Στήβεν Γκρέην (1871-1900) πέθανε από φυματίωση στα εικοσί οχτώ του χρόνια πριν προλλάβει να γίνει “μεγάλος” συγγραφέας.

Aπόσπασμα:
μια γυναίκα σε άθλια κατάσταση βάδιζε σ’ ένα φωτισμένο δρόμο, γεμάτο από ανθρώπους που πηγαίνουν βιαστικά στις δουλειές τους. ΄Ενα ατελέιωτο πλήθος ξεχυνόταν στα σκαλιά του εναέριου σιδηρόδρομου κι οι άμαξες γέμιζαν ανθρώπους με τις αποσκευές τους. Ηταν φανερο ότι κάποιον έψαχνε.

Τετάρτη, Αυγούστου 25

sylvia Plath

Mushrooms

Overnight, very
Whitely, discreetly,
Very quietly

Our toes, our noses
Take hold on the loam,
Acquire the air.

Nobody sees us,
Stops us, betrays us;
The small grains make room.

Soft fists insist on
Heaving the needles,
The leafy bedding,

Even the paving.
Our hammers, our rams,
Earless and eyeless,

Perfectly voiceless,
Widen the crannies,
Shoulder through holes. We

Diet on water,
On crumbs of shadow,
Bland-mannered, asking

Little or nothing.
So many of us!
So many of us!

We are shelves, we are
Tables, we are meek,
We are edible,

Nudgers and shovers
In spite of ourselves.
Our kind multiplies:

We shall by morning
Inherit the earth.
Our foot's in the door.

το όνειρο

«Χθες βράδυ», είπε, «κοιμήθηκα μια χαρά
αν εξαιρέσεις δυο αλλόκοτα όνειρα
που ήρθαν λίγο πριν αλλάξει ο καιρός
όταν σηκώθηκα κι άνοιξα όλα
τα πατζούρια, για να μπει στα δωμάτια
ο ζεστός πουπουλένιος άνεμος με το υγρό του φτέρωμα.

Στο πρώτο όνειρο οδηγούσα
κατεβαίνοντας τα σκότη, μέσα σε μια μαύρη νεκροφόρα
με πολλούς ανθρώπους, ώσπου τράκαρα
σ ένα φως κι αμέσως μια γυναίκα
μαινόμενη μας ακολούθησε κι όρμησε καταπάνω μας
να σταματήσει το αυτοκίνητό μας.

Κραυγάζοντας ήρθε στο νησί
Που είχαμε σταματήσει και με μια βλαστήμια
απαίτησε να πληρώσω πρόστιμο
επειδή φέρθηκα σαν αγροίκος επιδρομέας
και κατέστρεψα όλο το αόρατο
εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού του Σύμπαντος.

Άκουσα τότε πίσω μου μια φωνή
να με ειδοποιεί να της κρατήσω το χέρι
και να τη φιλήσω στο στόμα γιατί
μ αγαπούσε κι αν την αγκάλιαζα με θάρρος
θα γλίτωνα όλη την ποινή.
‘Ξέρω, ξέρω’ είπα στο φίλο μου.

Παρ ολ αυτά περίμενα να μου βάλει πρόστιμο
και πήρα της γυναίκας το λαμπερό ένταλμα
(καθώς εκείνη ξέπλενε τη διαδρομή με δάκρυα),
μετά οδήγησα να ρθω σε σένα πάνω στον άνεμο.
Δεν σου λέω για τον εφιάλτη
που μου συνέβη στην Κίνα.»

(απόδοση από τα αγγλικά: Κλεοπάτρα Λυμπέρη)

Πέμπτη, Ιουνίου 24

ernesto sabato part β'

" Είναι μέρες που σηκώνομαι από το κρεβάτι με μια τρελή ελπίδα, στιγμές που νιώθω ότι οι δυνατότητες για μια πιο ανθρώπινη ζωή είναι κοντά μας, φτάνει ν' απλώσουμε το χέρι μας. Μια τέτοια μέρα είναι η σημερινή.
Κι έτσι, κάθισα το χάραμα να γράψω σχεδόν ψηλαφιστά, βιαστικά, σαν κάποιος που βγαίνει στο δρόμο να ζητήσει βοήθεια μπροστά στην απειλή μιας πυρκαγιάς ή σαν πλοίο που, λίγο πριν βυθιστεί, στέλνει έναν ύστατο, φλογερό μήνυμα σε κάποιο λιμάνι που ξέρει που βρίσκεται εκεί κοντά, αλλά έχει κουφαθεί από το θόρυβο της πόλης και από την ποσότητα των επιγραφών που θολώνουν τη ματιά.

Σας ζητώ να κοντοσταθούμε να σκεφτούμε το μεγαλείο που μπορούμε ακόμα να αναζητάμε, αν τολμήσουμε να αξιολογήσουμε τη ζωή με άλλο τρόπο. Μας ζητώ αυτό το κουράγιο που μας τοποθετεί στην πραγματική διάσταση του ανθρώπου. Όλοι μας, κάποιες φορές, υποτασσόμαστε. Όμως, υπάρχει κάτι που δε λαθεύει ποτέ: είναι η πεποίθηση ότι - μονάχα - οι αξίες τού πνεύματος μπορούν να μας σώσουν απ' αυτό το σεισμό που απειλεί την ανθρώπινη υπόσταση.
Αν αντί να τροφοδοτούμε τις εστίες της απελπισίας και της αγωνίας, παθιαζόμασταν αποκαλύπτοντας έναν ενθουσιασμό για το καινούργιο που να εκφράζει την εμπιστοσύνη που ο άνθρωπος μπορεί να δείξει στην ίδια τη ζωή, το αντίθετο ακριβώς από την αδιαφορία! Να σταματήσουμε να κλεινόμαστε μέσα σε τείχη, να λαχταράμε έναν κόσμο ανθρώπινο και να είμαστε κιόλας στο δρόμο. "

από την "αντίσταση"

Δευτέρα, Ιουνίου 21

γράμμα

Ό ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου
μου έφερε και σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.
Το όνομά μου γραμμένο από έξω με λήθη.
Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.
Όμως ο ταχυδρόμος τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μια απάντηση.
Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τα άγραφά σου.
Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιόν της συντριβής.
Και στα αυτιά μου θα κρεμάσω -συλλογίσου-
τη σιωπή σου.

Κική Δημουλά

Πέμπτη, Ιουνίου 10

αμοργός

.....Τι να μου κάμει η σταλαγματιά που λάμπει στο μέτωπο σου;
Το ξέρω πάνω στα χείλια σου έγραψε ο κεραυνός τ' όνομά του
Το ξέρω μέσα στα μάτια σου έχτισε ένας αητός τη φωλιά του
Μα εδώ στην όχτη την υγρή μόνο ένας δρόμος υπάρχει
Μόνο ένας δρόμος απατηλός και πρέπει να τον περάσεις
Πρέπει στο αίμα να βουτηχτείς πριν ο καιρός σε προφτάσει
Και να διαβείς αντίπερα να ξαναβρείς τους συντρόφους σου
Άνθη πουλιά ελάφια
Να βρεις μιαν άλλη θάλασσα μιαν άλλη απαλοσύνη
Να πιάσεις από τα λουριά του Αχιλλέα τ' άλογα
Αντί να κάθεσαι βουβή τον ποταμό να μαλώνεις
Τον ποταμό να λιθοβολείς όπως η μάνα του Κίτσου.
Γιατί κι εσύ θα' χεις χαθεί κι η ομορφιά σου θα' χει γεράσει.
Μέσα στους κλώνους μιας λυγαριάς βλέπω το παιδικό σου πουκάμισο να στεγνώνει
Πάρ' το σημαία της ζωής να σαβανώσεις τον θάνατο
Κι ας μη λυγίσει η καρδιά σου
Κι ας μην κυλήσει το δάκρυ σου πάνω στην αδυσώπητη τούτη γη
Όπως εκύλησε μια φορά στην παγωμένη ερημιά το δάκρυ του πιγκουίνου
Δεν ωφελεί το παράπονο
Ίδια παντού θα' ναι η ζωή με το σουραύλι των φιδιών στη χώρα των φαντασμάτων
Με το τραγούδι των ληστών στα δάση των αρωμάτων
Με το μαχαίρι ενός καημού στα μάγουλα της ελπίδας
Με το μαράζι μιας άνοιξης στα φυλλοκάρδια του γκιώνη
Φτάνει ένα αλέτρι να βρεθεί κι ένα δρεπάνι κοφτερό σ' ένα χαρούμενο χέρι
Φτάνει ν' ανθίσει μόνο
Λίγο σιτάρι για τις γιορτές λίγο κρασί για τη θύμηση λίγο νερό για τη σκόνη.....

Νίκος Γκάτσος

Τρίτη, Μαΐου 25

μπλέ βαθύ σχεδόν μαύρο


‘Σαν την θάλασσα που την έχουν κάνει και σύμβολο. Χτυπιέται που είναι κλεισμένη στις κοίτες της, και δεν μπορεί να τις ξεπεράσει, γιατί αν τις ξεπεράσει θα πλημμυρίσει τον κόσμο και θα χαθεί. Χτυπιέται και ύστερα αποκάνει και εμείς νομίζουμε ότι αυτό είναι γαλήνη, ενώ είναι η πιο βαθιά απελπισία. Γιατί μόνο μέσα στο σχήμα που της δίνουν οι κοίτες της μπορεί να υπάρχει, πράγμα που είναι επίσης σκλαβιά.Αλλά τώρα πρέπει να φύγω’…

Κυριακή, Απριλίου 25

το ταξίδι του ελέφαντα


γιατί η ζωή περιγελά τις προβλέψεις και βάζει λέξεις εκεί που φανταζόμασταν σιωπές, και αιφνίδιες επιστροφές εκεί που λέγαμε πως δεν θα συναντιόμασταν ξανά.

δεν φτάνει μόνο να δημιουργηθεί το σύμπαν, χρειάζεται και κάποιος να το συντηρήσει.

ήταν επίσης η εποχή που ο έρωτας ήταν έρωτας μόνο αν ήταν ακραίος, ριζοσπαστικός, και που η απόλυτη πίστη ήταν ένα πνευματικό αγαθό τόσο φιλικό όσο ήταν το φαί και το πιοτό για το σώμα.

ως απόλυτο παράδειγμα τις πιο ξεδιάντροπης προσωπικής και κοινωνικής υπόκρισιας, εκείνη που συνιστά υπομονή στον φτωχό που μόλις του αρνήθηκε την ελευμοσύνη.

ένα καλό που έχει η άγνοια είναι οτί μας προστατεύει απο τις ψεύτικες γνώσεις.

αποδεικνύοντας έτσι για μια ακόμα φορά όχι μόνο πως το καλύτερο είναι εχθρός του καλού, αλλα και πως το καλό, όσο και αν πασχίσει, δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει ούτε στο δαχτυλάκι το καλύτερο.

pas de nouvelles, bonnes nouvelles.

τα ζωγραφιστά δέντρα δεν ρίχνουν τα φύλλα τους.



Ζοζέ Σαραμάγκου, 2008

Σάββατο, Απριλίου 24

wilhelm Reich

άκου Ανθρωπάκο:

πανικός σε πιάνει όταν νοιώθεις την πρωτογενή αγάπη και το δόσιμο να σου τραντάζει το είναι σου. φοβάσαι να δώσεις. το "λαβείν" το δικό σου έχει βασικά μόνο μια σημασία. αναγκάζεσαι να τρώγεσαι για λεφτά, για ευτυχία, για γνώση επειδη αισθάνεσαι άδειος, λιμνασμένος, δυστυχισμένος. και δεν λαβαίνεις τη γνήσια γνώση, πραγματικά δεν ποθείς τη γνώση. για τον ίδιο λόγο εξακολουθείς ν' αποφεύγεις την αλήθεια Ανθρωπάκο. μπορεί η αλήθεια αναπόφευκτα να σούδειχνε ό,τι εγώ ελλειπτικά προσπαθώ εδώ να σου δείξω. και τούτο εσύ δεν το επιθυμείς, Ανθρωπάκο. εσύ θέλεις νάσαι μόνο πατριώτης...

βάζεις την ασφάλεια μπροστά από την αλήθεια.

η μοίρα ενός μεγάλου επιτεύματος, που γενιέται από ένα τρόπο ζωής και προτάσει την αλήθεια από την σιγουριά είναι η ακόλουθη: λαίμαργα να καταβροχθίζεις τον ευατό σου και να τον χέσεις ξανά.

εσύ ο ίδιος δημιουργείς τημ μιζέρια σου, ώρα με την ώρα, μέρα με την μέρα. ότι δεν κατανοείς τα παιδιά σου, οτι τσακίζεις την σπονδυλική τους στήλη προτού καλα-καλα σχηματιστεί, εκεί κλέβεις τον έρωτα. οτι είσαι τσιγγούνης και τρελλός για την απόκτηση δύναμης. οτι διατηρείς ένα σκύλο για να είσαι κι' εσύ "αφεντικό".

κάθε σημερινο σου βήμα είναι η αυριανή σου μέρα.

ο΄τι άρχισες να καταστρέφεις φουντώνει κι' ανθίζει πιο πολύ από άλλοτε. κι' ό,τι θάπρεπε να φρουρίσεις και να προστετέψεις σαν τη ζωή σου τόχεις καταστρέψει.

γιατί έχω σπουδαία πράγματα να κάνω. εγώ έχω ανακαλύψει τη ζωή, Ανθρωπάκο. τώρα πια δε σε ταυτίζω με τη ζωή που έψαχνα να βρώ σε σένα κι' αισθάνθηκα μέσα μου.

ηθικέ Ανθρωπάκο. μάλιστα, θελουμέ οι γιοί και οι θυγατέρες μας να απολαμβάνουν φανερά την ευτυχία της αγάπης και του έρωτα, αντί να κυνηγάνε τα δυό αυτά στοιχεία της ζωής σε σκοτεινές αλλέες και σε σκοτεινές σκάλες.

Δευτέρα, Μαρτίου 22

μυθιστόρημα Δ' Αργοναύτες

Τον ξένο και τον εχθρό τον είδαμε στον καθρέφτη.

Γιώργος Σεφέρης

Κυριακή, Μαρτίου 21

μ. Καραγάτσης

Είναι τα καλά παιδιά, οι συμπαθητικοί τύποι, οι χρυσές καρδιές, οι ευχάριστοι σύντροφοι, οι άχρωμοι άνθρωποι, που όχι μονάχα δεν ενοχλούν κανένα με την ανύπαρχτη προσωπικότητά τους, μα και κολακεύουν όλες τις μικροπρέπειες με τη μικροψυχία τους.

"Ο Κοτζανπάσης του Καστρίπυργου"



Ο έρωτας είναι ένα χρέος προς τη φύση που σ’ έπλασε. Προς τον εαυτό σου, που βρήκε τη δικαίωσή του. Προς τον άνθρωπο που αγαπάς, που σου ’δωσε και του ’δωσες γεύση ζωής.

"Ο κίτρινος φάκελος"


Ποιο πάθος γιατρεύτηκε ποτέ; Ποιος ανικανοποίητος πόθος δεν απωθήθηκε στα λημέρια του υποσυνείδητου;

"Γιούγκερμαν"


“Πρέπει”. Ποιος ανόητος γέννησε αυτό το λόγο, και ποιος τρελός πίστεψε σ’ αυτόν; Το πρόβλημα των πράξεών μας -της ζωής μας δηλαδή το πρόβλημα- δε βρίσκεται στη δεοντολογία, μα στο δυναμισμό.

"Γιούγκερμαν"

Τρίτη, Μαρτίου 16

queen

Adventure seeker on an empty street,
Just an alley creeper, light on his feet
A young fighter screaming, with no time for doubt
With the pain and anger can't see a way out,
It ain't much I'm asking, I heard him say,
Gotta find me a future move out of my way,
I want it all, I want it all, I want it all, and I want it now,
I want it all, I want it all, I want it all, and I want it now,

Listen all you people, come gather round
I gotta get me a game plan, gotta shake you to the ground
Just give me what I know is mine,
People do you hear me, just give me the sign,
It ain't much I'm asking, if you want the truth

Here's to the future for the dreams of youth,
I want it all, I want it all, I want it all, and I want it now,
I want it all, I want it all, I want it all, and I want it now,

I'm a man with a one track mind,
So much to do in one life time (people do you hear me)
Not a man for compromise and where's and why's and living lies
So I'm living it all, yes I'm living it all,
And I'm giving it all, and I'm giving it all,
It ain't much I'm asking, if you want the truth,
Here's to the future, hear the cry of youth,
I want it all, I want it all, I want it all, and I want it now,
I want it all, I want it all, I want it all, and I want it now,

I want it all

Κυριακή, Μαρτίου 14

ροσαλντε

Έρμαν Έσσε
μτφρ: Λεωνίδας Καρατζάς
εκδόσεις: γράμματα

"όχι φίλε μου, λάθος. Μόνο σε πολύ νεαρή ηλικία, μέχρι τα δεκατρία δεκατέσσερα, βιώνει κανεις τις εμπειρίες του με σαφήνεια και φρεσκάδα. σε όλη την υπόλοιπη ζωή του αντλεί απ΄αυτές τις εμπειρίες.."

"Τι τα θές! Είναι καταπληκτικό να προσπαθείς, να ψάχνεις και τελικά να βρίσκεις"

"Η επίσκεψη του φίλου του είχε ανοίξει τρύπες στον τοίχο του κελλιού, απ' όπου έφταναν στον έγκλειστο οι ήχοι και οι αναλαμπές, τα αρώματα και οι παλμοί της ζωής. η παλιά κατάρα έσπασε και κάθε κάλεσμα απ΄ έξω ακουγόταν ιδιαίτερα δυνατά, σχεδόν επώδυνα."

"Αυτό θα πεί ατυχία, να είσαι γιος ζωγράφου και να μην αντέχεις τη μυρωδιά της μπογιάς. Δηλαδή, δε θα 'θελες να γίνεις ποτέ ζωγράφος?
Όχι ποτέ !
Τι θες να γίνεις?
Τίποτα. Καλύτερα να 'μουν πουλί ή κάτι τέτοιο"


'οσα δεν κατάφερε η συμβουλή του καλού φίλου, έγιναν εφικτά μέσα απο την οδυνηρή εμπειρία του θανάτου.

Κυριακή, Μαρτίου 7

χάρτινα



Αυτά που χάθηκαν

αυτά που δεν ήρθαν

μην τα κλαις.

Αυτά που τα ‘χες

και δεν τα ‘δωσες

κλάφ' τα.



γιάννης Ρίτσος

γιώργος Σεφέρης

Πρωί

Ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ ξεδίπλωσε
τὸ μαῦρο πανὶ πλατιὰ καὶ τέντωσέ το
ἄνοιξε τὰ μάτια καλὰ στύλωσε τὰ μάτια
προσηλώσου προσηλώσου τώρα ξέρεις
πὼς τὸ μαῦρο πανὶ ξεδιπλώνεται
ὄχι μέσα στὸν ὕπνο μήτε μέσα στὸ νερὸ
μήτε σὰν πέφτουνε τὰ βλέφαρα ρυτιδωμένα
καὶ βουλιάζουνε λοξὰ σὰν κοχύλια,
τώρα ξέρεις πὼς τὸ μαῦρο δέρμα τοῦ τυμπάνου
σκεπάζει ὁλόκληρο τὸν ὁρίζοντά σου
ὅταν ἀνοίξεις τὰ μάτια ξεκούραστος, ἔτσι.
Ἀνάμεσα στὴν ἰσημερία τῆς ἄνοιξης καὶ τὴν ἰσημερία
τοῦ φθινοπώρου
ἐδῶ εἶναι τὰ τρεχάμενα νερὰ ἐδῶ εἶναι ὁ κῆπος
ἐδῶ βουίζουν οἱ μέλισσες μὲς στὰ κλωνάρια
καὶ κουδουνίζουνε στ᾿ αὐτιὰ ἑνὸς βρέφους
καὶ ὁ ἥλιος νά! καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ παραδείσου
ἕνας μεγάλος ἥλιος πιὸ μεγάλος ἀπ᾿ τὸ φῶς.

Φυγή

Δὲν ἦταν ἄλλη ἡ ἀγάπη μας
ἔφευγε ξαναγύριζε καὶ μᾶς ἔφερνε
ἕνα χαμηλωμένο βλέφαρο πολὺ μακρινὸ
ἕνα χαμόγελο μαρμαρωμένο, χαμένο
μέσα στὸ πρωινὸ χορτάρι
ἕνα παράξενο κοχύλι ποὺ δοκίμαζε
νὰ τὸ ἐξηγήσει ἐπίμονα ἡ ψυχή μας.

H ἀγάπη μας δὲν ἦταν ἄλλη ψηλαφοῦσε
σιγὰ μέσα στὰ πράγματα ποὺ μᾶς τριγύριζαν
νὰ ἐξηγήσει γιατί δὲ θέλουμε νὰ πεθάνουμε
μὲ τόσο πάθος.

Κι ἂν κρατηθήκαμε ἀπὸ λαγόνια κι ἂν ἀγκαλιάσαμε
μ᾿ ὅλη τὴ δύναμή μας ἄλλους αὐχένες
κι ἂν σμίξαμε τὴν ἀνάσα μας μὲ τὴν ἀνάσα
ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου
κι ἂν κλείσαμε τὰ μάτια μας, δὲν ἦταν ἄλλη
μονάχα αὐτὸς ὁ βαθύτερος καημὸς νὰ κρατηθοῦμε
μέσα στὴ φυγή.

Πάνω σὲ μιὰ χειμωνιάτικη ἀχτῖνα

«Εἶπες ἐδῶ καὶ χρόνια:
«Κατὰ βάθος εἶμαι ζήτημα φωτός».
Καὶ τώρα ἀκόμη σὰν ἀκουμπᾷς
στὶς φαρδιὲς ὠμοπλάτες τοῦ ὕπνου
ἀκόμη κι ὅταν σὲ ποντίζουν
στὸ ναρκωμένο στῆθος τοῦ πελάγου
ψάχνεις γωνιὲς ὅπου τὸ μαῦρο
ἔχει τριφτεῖ καὶ δὲν ἀντέχει
ἀναζητᾷς ψηλαφητὰ τὴ λόγχη
τὴν ὁρισμένη νὰ τρυπήσει τὴν καρδιά σου
γιὰ νὰ τὴν ἀνοίξει στὸ φῶς.


Μένει να ξαναβρουμε τη ζωή μας, τώρα που δεν εχουμε πια τίποτα.
Φαντάζομαι, εκείνος που θα ξαναβρει τη ζωή, εξω απο τόσα χαρτιά,
τόσα συναισθήματα, τόσες διαμάχες και τόσες πολλὲς διδασκαλίες
θα είναι κάποιος σαν εμάς, μόνο λιγάκι πιο σκληρὸς στη μνήμη
...

Τρίτη, Μαρτίου 2

oι Αόρατες Πόλεις

οι πόλεις κι η μνήμη 2

Ο καβαλάρης που ταξιδέυει μακριά, σε τόπους άγριους, νιώθει το πόθο για μιά πόλη. Τέλος, φτάνει στην Ισιδώρα, πόλη με κτίρια που έχουν ελικοειδείς σκάλες, επιστρωμένες με ελικοειδή όστρακα, όπου κατασκευάζονται τηλεσκόπια και βιολιά εξαίσιας τέχνης, όπου ο ξένος αν διστάσει ανάμεσα σε δυό γυναίκες, συναντά πάντα μιά τρίτη, όπου οι κοκορομαχίες καταλήγουν στο αιματοκύλισμα αυτών που στοιχηματίζουν.
Όλα αυτά σκεφτόταν, όταν ποθούσε μια πόλη.
Η Ισιδώρα είναι λοιπόν, η πόλη των ονείρων του, με μιά διαφορά: Η πόλη που ονειρευόταν, τον είχε μέσα της στα νιάτα του. Στην Ισιδώρα φτάνει στα γεράματα!
Στη πλατεία βρίσκεται το πεζούλι όπου κάθονται οι γέροι και κοιτάζουν τους νέους να διαβάινουν.
Κάθεται κι αυτός στη σειρά, ανάμεσά τους.
oι επιθυμίες είναι πια αναμνήσεις.


οι πόλεις και τα σημάδια 4


Απ' όλες τις μεταβολές της γλώσσας που ο ταξιδιώτης είναι αναγκασμένος να αντιμετωπίσει στους μακρινούς τόπους, καμιά δεν συγκρίνεται μ' αυτή που τον περιμένει στην πόλη Υπατία, γιατί δεν έχει να κάνει με τις λέξεις αλλά με τα πράγματα.
Μπήκα στην Υπατία ένα πρωί, ένας κήπος με μαγνόλιες καθρεφτιζόταν πάνω σε γαλάζιες λίμνες, εγώ προχωρούσα ανάμεσα σε φράχτες σίγουρος πως θ' ανακαλύψω όμορφες και νέες κυράδες να κάνουν το μπάνιο τους: όμως στο βάθος του νερού τα καβούρια κατέτρωγαν τα μάτια γυναικών που είχαν αυτοκτονήσει, με τη πέτρα δεμένη στο λαιμό και τα μαλλιά πράσινα από φύκια.
Ένιωσα εξαπατημένος και θέλησα να ζητήσω δικαιοσύνη απ' το σουλτάνο. Ανέβηκα τις σκάλες από πορφυρίτη του παλατιού με τους πανύψηλους θόλους, διέσχισα έξι αυλές από φαγιέντσα με συντριβάνια. Η αίθουσα στο κέντρο ήταν φραγμένη με κάγκελα: κατάδικοι με μαύρες αλυσίδες στο πόδι ανέβαζαν κομμάτια βασάλτη από ένα ορυχείο που ανοιγόταν κάτω απ' τη γη.
Δε μου απέμενε παρά να ρωτήσω τους φιλοσόφους. Μπήκα στη βιβλιοθήκη, χάθηκα ανάμεσα σε ράφια που κατέρρεαν κάτω από τα βαριά δεσίματα των περγαμηνών, ακολούθησα την αλφαβητική σειρά χαμένων αλφαβήτων, πάνω κάτω σε διαδρόμους, σκάλες και γέφυρες. Στον πιο απόμακρο θάλαμο με τους παπύρους, μέσα σ' ένα σύννεφο καπνού, μου παρουσιάστηκαν τα θολά μάτια ενός εφήβου ξαπλωμένου πάνω σε μια ψάθα, με το στόμα κολλημένο σε μια πίπα οπίου.
-''Πού είναι ο σοφός''; Ο καπνιστής έδειξε από το παράθυρο. Ήταν ένας κήπος με παιδικά παιχνίδια: μπάλες, κούνια, τραμπάλα.Ο φιλόσοφος καθόταν στο χορτάρι. Είπε:
-''Τα σημάδια φτιάχνουν μιά γλώσσα, αλλά όχι εκείνη που νομίζεις πως ξέρεις''.
Κατάλαβα ότι έπρεπε να ελευθερωθώ από τις εικόνες που ως τώρα μου είχαν προαναγγείλει τα πράγματα που ως τώρα αναζητούσα: μόνο τότε θα κατάφερνα να καταλάβω τη γλώσσα της Υπατίας.
Τώρα αρκεί ν' ακούσω το χλιμίντρισμα των αλόγων και το πλατάγισμα του μαστιγίου κι αμέσως με πιάνει μιά ερωτική ανησυχία: στην Υπατία πρέπει να μπεις στους σταύλους και στις σχολές ιππασίας γιά να δεις τις όμορφες γυναίκες που ανεβαίνουν στη σέλα με γυμνούς μηρούς και μόλις πλησιάζει ένας ξένος τον ρίχνουν στους σωρούς του άχυρου η των πριονιδιών και τον σφίγγουν πάνω στις σκληρές τους ρώγες.
Κι όταν η ψυχή δε ζητάει άλλη τροφή ή ερέθισμα εκτός από μουσική, ξέρω ότι πρέπει να ψάξω στα νεκροταφεία: οι μουσικοί κρύβονται στα μνήματα, τρίλιες φλάουτου, συγχορδίες άρπας, απαντούν από τον ένα τάφο στον άλλο.
Σίγουρα και στην Υπατία θα 'ρθει μια μέρα που η μοναδική μου επιθυμία θα είναι να φύγω.
Ξέρω πως τότε δε θα πρέπει να κατέβω στο λιμάνι αλλά ν' ανέβω στον πιο ψηλό οβελίσκο της ακρόπολης και να περιμένω μήπως κάποιο καράβι περάσει.
Όμως θα περάσει ποτέ;
Δεν υπάρχει γλώσσα χωρίς απάτη.

Italo Calvino

Δευτέρα, Μαρτίου 1

Ὁ γκρεμιστής

Ἀκοῦστε. Ἐγὼ εἶμαι ὁ γκρεμιστής, γιατί εἶμ᾿ ἐγὼ κι ὁ κτίστης,
ὁ διαλεχτὸς τῆς ἄρνησης κι ὁ ἀκριβογιὸς τῆς πίστης.
Καὶ θέλει καὶ τὸ γκρέμισμα νοῦ καὶ καρδιὰ καὶ χέρι.
Στοῦ μίσους τὰ μεσάνυχτα τρέμει ἑνὸς πόθου ἀστέρι.
Κι ἂν εἶμαι τῆς νυχτιᾶς βλαστός, τοῦ χαλασμοῦ πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρὸς τὸ φῶς τὸ ἀπόμακρο τῆς μέρας.
ἐγὼ ὁ σεισμὸς ὁ ἀλύπητος, ἐγὼ κι ὁ ἀνοιχτομάτης·
τοῦ μακρεμένου ἀγναντευτής, κι ὁ κλέφτης κι ὁ ἀπελάτης
καὶ μὲ τὸ καριοφίλι μου καὶ μὲ τ᾿ ἀπελατίκι
τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά, γῆ χέρσα τὸ χωράφι.
Κάλλιο φυτρῶστε, ἀγκριαγκαθιές, καὶ κάλλιο οὐρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκῶστε, πόταμοι καὶ κάλλιο ἀνοῖχτε τάφοι,
καί, δυναμίτη, βρόντηξε καὶ σιγοστάλαξε αἷμα,
παρὰ σὲ πύργους ἄρχοντας καὶ σὲ ναοὺς τὸ Ψέμα.
Τῶν πρωτογέννητων καιρῶν ἡ πλάση μὲ τ᾿ ἀγρίμια
ξανάρχεται. Καλῶς νὰ ῾ρθῆ. Γκρεμίζω τὴν ἀσκήμια.
Εἶμ᾿ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ ποὺ σκλαβωμένο τό ῾χει
τὸ δείλιασμα κι ὅλο ρωτᾷ καὶ μήτε ναὶ μήτε ὄχι
δὲν τοῦ ἀποκρίνεται κανείς, καὶ πάει κι ὅλο προσμένει
τὸ λόγο ποὺ δὲν ἔρχεται, καὶ μία ντροπὴ τὸ δένει
Μὰ τὸ τσεκοῦρι μοναχὰ στὸ χέρι σὰν κρατήσω,
καὶ τὸ τσεκοῦρι μου ψυχὴ μ᾿ ἕνα θυμὸ περίσσο.
Τάχα ποιὸς μάγος, ποιὸ στοιχειὸ τοῦ δούλεψε τ᾿ ἀτσάλι
καὶ νιώθω φλόγα τὴν καρδιὰ καὶ βράχο τὸ κεφάλι,
καὶ θέλω νὰ τραβήξω ἐμπρὸς καὶ πλατωσιὲς ν᾿ ἀνοίξω,
καὶ μ᾿ ἕνα Ναὶ νὰ τιναχτῶ, μ᾿ ἕνα Ὄχι νὰ βροντήξω;
Καβάλα στὸ νοητάκι μου, δὲν τρέμω σας ὅποιοι εἶστε
γκρικάω, βγαίνει ἀπὸ μέσα του μιὰ προσταγή: Γκρεμίστε!

Κωστής Παλαμάς

Σάββατο, Ιανουαρίου 9

πώς έγινα βλάκας

Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια. Στο δημοτικό, η πιο απαίσια βρισιά είναι το να σε αποκαλέσουν διανοούμενο. Αργότερα, το να είσαι διανοούμενος γίνεται σχεδόν προτέρημα. Όμως αυτό είναι ψέμα: το να είσαι διανοούμενος είναι κουσούρι. Όπως οι ζωντανοί γνωρίζουνε πως θα πεθάνουν, ενώ οι νεκροί δε γνωρίζουνε τίποτα, πιστεύω πως το να είναι κανείς έξυπνος είναι χειρότερο από το να είναι βλάκας, γιατί ένας βλάκας δεν αντιλαμβάνεται τη βλακεία του, ενώ ένας έξυπνος, ακόμα κι αν είναι ταπεινός και μετριόφρων, ξέρει πως είναι έξυπνος, έτσι κι αλλιώς.

Λέει κάπου ο Εκκλησιαστής: όστις προσθέτει γνώσιν, προσθέτει πόνον. Μην έχοντας όμως ποτέ τη τύχη να πάω στο κατηχητικό μαζί με τα άλλα παιδιά, δε προειδοποιήθηκα έγκαιρα για τους κινδύνους που ενέχει η μελέτη. Είναι πολύ τυχεροί οι χριστιανοί που τόσο νέοι έχουν ήδη μάθει να φυλάγονται από τους κινδύνους της ευφυΐας. Θα ξέρουν έτσι για όλη τους τη ζωή πως να την αποφεύγουν. Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι.

Όσοι σκέφτονται πως η ευφυΐα εμπεριέχει κάτι το ανώτερο, σίγουρα δε διαθέτουν αρκετή για να αντιληφθούν πως δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια κατάρα. Οι δικοί μου, οι συμμαθητές μου, οι καθηγητές μου, όλοι τους μ' εύρισκαν ευφυή, ανέκαθεν. Ποτέ δε κατάλαβα καλά το γιατί και το πως είχανε καταλήξει σ' αυτή την ετυμηγορία για το άτομό μου. Υπέφερα συχνά απ' αυτόν τον θετικό ρατσισμό, απ' αυτούς που συγχέουν την επιφανειακή ευφυΐα με την πραγματική και που σε καταδικάζουν, με μια προκατάληψη αναληθώς ευνοϊκή, να ενσαρκώνεις μια μορφή κύρους. Όπως ακριβώς η κοινή γνώμη εκστασιάζεται μπροστά στον νεαρό ή τη νεαρά που διαθέτουν το ύψιστο κάλλος, έτσι κι εγώ ήμουν το πανέξυπνο και καλλιεργημένο πλάσμα, προς σιωπηλή ταπείνωση εκείνων που ήταν λιγότερο προικισμένοι από τη φύση, απ' όσο εγώ. Πόσο πολύ απεχθανόμουν εκείνες τις συνεδρίες που συμμετείχα παρά τη θέλησή μου, με το να πληγώνω και να υποβιβάζω αγόρια και κορίτσια, που κρίνονταν ως λιγότερο ευφυή από μένα!

...Όλος ο κόσμος έχει να πει κάτι για τις γυναίκες, τους άντρες, τους μπάτσους, τους δολοφόνους. Γενικεύουμε όλοι, βασιζόμενοι στις προσωπικές μας εμπειρίες, σ' αυτά που μας βολεύουν, σύμφωνα με τα όσα μπορούμε να κατανοήσουμε με τα πενιχρά μέσα των νευρικών κυττάρων μας κι ανάλογα με την οπτική γωνία των απόψεών μας. Είναι μια ευκολία που μας επιτρέπει να σκεφτούμε γρήγορα, να κρίνουμε και να λάβουμε θέση. Αυτό δεν έχει καμμιάν αξία, κατά βάση, απλά πρόκειται για σήματα, για μικρές σημαιούλες που κουνά ο καθένας από μας. Κι όλοι μας υπερασπιζόμαστε την αλήθεια των συμφερόντων μας, του φύλου μας και των αγαθών μας.

Σε μια συζήτηση, οι γενικότητες προσφέρουν το πλεονέκτημα της απλότητας και της ρευστότητας των συλλογισμών, της εύκολης κατανόησής τους κι ως εκ τούτου έχουν τη μεγαλύτερη απήχηση στο ακροατήριο. Αν θέλουμε να μεταφράσουμε αυτή τη σκέψη σε μαθηματική γλώσσα, θα λέγαμε πως οι συζητήσεις που βασίζονται στις γενικότητες είναι οι προσθέσεις, οι απλές πράξεις, που επειδή ακριβώς είναι προφανείς, αποκτούν αξιοπιστία ως προς την ορθότητα τους. Ενώ μια σοβαρή συζήτηση θα έδινε μάλλον την εντύπωση μιας σειράς ανισώσεων με πολλαπλούς αγνώστους, ολοκληρώματα και ταχυδακτυλουργίες με πολύπλοκους αριθμούς.

Υπάρχει μια κινέζικη παροιμία που λέει, πάνω-κάτω, πως ένα ψάρι ποτέ δε ξέρει πότε κατουράει. Αυτό ταιριάζει τέλεια στους διανοούμενους. Γιατί είναι πεπεισμένοι πως είναι κι έξυπνοι επειδή χρησιμοποιούν το μυαλό τους. Ο κτίστης χρησιμοποιεί τα χέρια του, αλλά έχει επίσης μυαλό που μπορεί να του υποδείξει πως "αυτός ο τοίχος δεν είναι ίσιος κι έπειτα, ξέχασες να βάλεις τσιμέντο ανάμεσα στους τσιμεντόλιθους". Υπάρχει μια ανταλλαγή ανάμεσα στη χειρωνακτική δουλειά και στη σκέψη του. Ο διανοούμενος που δουλεύει με τη σκέψη, δε βιώνει αυτή την ανταλλαγή, τα χέρια του δε ζωντανεύουν για να του πουν: "Ε φιλαράκο, λάθος κάνεις! Η γη είναι στρογγυλή". Λείπει από τον διανοούμενο τούτη η διαφοροποίηση, έτσι λοιπόν νομίζει πως είναι ικανός να έχει μια εμπεριστατωμένη άποψη για τα πάντα. Ο διανοούμενος είναι σα τον πιανίστα που επειδή χρησιμοποιεί τα χέρια του με δεξιοτεχνία, νομίζει πως διαθέτει εξίσου την ικανότητα για να γίνει εκ φύσεως χαρτοπαίκτης, μποξέρ, νευροχειρουργός και ζωγράφος.

Προφανώς η εξυπνάδα δεν αφορά μονάχα τους διανοούμενους. Γενικά, όταν κάποιος ξεκινά λέγοντας: "Δεν είναι ότι θέλω να γίνω δημαγωγικός αλλά...", τότε πράγματι θέλει να γίνει δημαγωγικός. Έτσι λοιπόν, δε ξέρω πως ακριβώς να εκφράσω κάτι που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως συγκαταβατικότητα. Είμαι πεπεισμένος πως η ευφυΐα είναι μια αρετή, που τη μοιράζεται το σύνολο του πληθυσμού, δίχως κοινωνική διάκριση: βρίσκουμε το ίδιο ποσοστό ευφυών ανθρώπων τόσο ανάμεσα στους καθηγητές ιστορίας και τους ψαράδες της Βρετάνης, όσο κι ανάμεσα στους συγγραφείς και στις δακτυλογράφους... Αυτό το συμπεραίνω εκ πείρας, μιας κι έχω συναναστραφεί πολύ με brain-builders, με στοχαστές και με καθηγητές, με χαζούς διανοούμενους και με φυσιολογικούς ανθρώπους, ευφυείς δίχως πιστοποιητικό ευφυΐας, δίχως τη θεσμική αύρα. Δε μπορώ να πω τίποτε άλλο. Πρόκειται για κάτι που είναι ακόμη πιο αμφισβητήσιμο, μιας κι είναι αδύνατον να μελετηθεί επιστημονικά. Δε θεωρούμε πως κάποιος είναι ευφυής, εχέφρων, ανάλογα με τα διπλώματά του: δεν υπάρχει τεστ ευφυΐας που να φανερώνει αυτό που θα μπορούσαμε ν' αποκαλέσουμε ευθυκρισία. Μου ξανάρχεται κατά νουν αυτό που έλεγε ο Μάϊκλ Χερ, ο σεναριογράφος του "Full Metal Jacket", στο καταπληκτικό βιβλίο του Μισέλ Σιμάν, για τον Κιούμπρικ: "Η βλακεία των ανθρώπων δεν οφείλεται στην έλλειψη ευφυΐας τους, αλλά στην έλλειψη θάρρους τους".

Κάτι που μπορούμε να παραδεχτούμε, είναι πως το να έρχεται κανείς συχνά σ' επαφή με τα μεγάλα έργα, το να χρησιμοποιεί το πνεύμα του, το να διαβάζει συγγράμματα μεγαλοφυών ανθρώπων, ίσως να μη τον κάνει απαραίτητα ευφυή, καθιστά όμως τον κίνδυνο αυτό, ακόμη περισσότερο. Υπάρχουν άνθρωποι φυσικά, που μπορεί να έχουν διαβάσει Φρόϋντ, Πλάτωνα, μπορεί να παίζουν στα δάχτυλα τα κουόρκ και να ξέρουν να ξεχωρίσουν ένα κυνηγετικό γεράκι από ένα τσιχλογέρακα, αλλά να είναι εντούτοις ανόητοι. Παρ' όλ' αυτά, δυνητικά, η ευφυΐα, ερχόμενη σ' επαφή με πολλαπλά ερεθίσματα κι αφήνοντας το πνεύμα όλο και πιο συχνά να βυθίζεται σε μιαν ατμόσφαιρα εμπλουτιστική, βρίσκει κατάλληλον έδαφος για ν' αναπτυχθεί, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που αναπτύσσεται μια ασθένεια. Διότι η ευφυΐα είναι ασθένεια".

Martin Paz
αποσπάσματα απο το 'πώς έγινα βλάκας'
εκδόσεις Αστάρτη.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 4

αυτό Είναι Όλο

ζω στη φεγγοβολή
που προχωράει
ολόγιομα τα χέρια μου
με πόθους
κι ο κόσμος είναι όμορφος πολύ
μοσκοβολάει.

Τα μάτια μου λιμπίστηκαν
τα δέντρα
τα δέντρα που γιόμισαν ελπίδες
και ντύθηκαν τη πράσινη στολή
το λιόχαρο δρομάκι προχωράει
σ' ολόδροσο χαλί
κι απ' το φεγγίτη με καλεί
στις πράσινες νησίδες.

Κι ούτε μυρίζομαι τα φάρμακα
τ' αναρρωτήριο πια δε βρωμάει
-θ' ανοίξουν τα γαρούφαλα
η ώρα η καλή-

Τι τάχα αν είσαι φυλακή;
Να μη λυγάς!
αυτό είν' όλο.
Δεν είναι άλλη συμβουλή

Νazym Hikmet
1948

albatros

Πολλές φορές οι ναυτικοί, την ώρα να περνάνε,

πιάνουν τους άλμπατρους -πουλιά της θάλασσας τρανά-

που ράθυμα, σα σύντροφοι του ταξιδιου, ακλουθάνε

το πλοίο που μες στα βάραθρα γλυστράει, τα πικρά.

Μα μόλις σκλαβωμένα κει στη κουπαστή τα δέσουν,

οι βασιλιάδες τ' ουρανού, σκυφτοί κι άχαροι πια,

τ' άσπρα μεγάλα τους φτερά τ' αφήνουνε να πέσουν,

και στα πλευρά τους θλιβερά να σέρνουνται κουπιά.

Αυτοί που 'ν' τόσον όμορφοι, τα σύννεφα σα σκίζουν,

πώς είναι τώρα κωμικοί κι άσκημοι και δειλοί!

'Αλλοι με πίπες αναφτές τα ράμφη τους κεντρίζουν,

κι άλλοι, για να τους μιμηθούν, πηδάνε σα κουτσοί.

Μ' αυτούς τους νεφοπρίγκηπες κι ο Ποιητής πως μοιάζει!

δε σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά·

μα ξένος μες στον κόσμο αυτό που γύρω του χουγιάζει,

σκοντάφτει απ' τα γιγάντιά του φτερά σα περπατά.


charles baudelaire

το Δηλητήριο

Το κρασί ντύνει και τη πιο άθλια τρώγλη
με λαμπρή πολυτέλεια,
τη μεταμορφώνει σε χρυσό παλάτι
με τις χρυσές, τις πορφυρές λάμψεις του
που μοιάζουν ήλιο που δύει στην ομίχλη

Το όπιο μεταμορφώνει το απέραντο
μεγαλώνει το αέναο
μακραίνει τον καιρό,
επιμηκύνει τον καιρό,
βαθαίνει τη λαγνεία
και τις σκοτεινές,
τις ερεβώδεις ηδονές
οδηγεί τη ψυχή πέρα απ' τα σύνορα.

Όμως όλα τούτα είναι χλωμά
μπροστά στο δηλητήριο που κυλά
από τα μάτια σου -τα πράσινά σου μάτια λίμνες
και μέσα τους ριγεί η ψυχή μου και ταράζεται
οι σκέψεις μου ορυμαγδός κι υψώνονται
πάνω από τις πικρές αβύσσους.

Όμως όλα τούτα είναι χλωμά
μπροστά στο θαύμα το υπέροχο
του σάλιου σου που με σπαράζει

που ρίχνει στη λήθη τη ψυχή μου
στον ίλιγγο τη παρασύρει δίχως τύψεις
κι άπνοη τήνε σέρνει
στην όχθη του θανάτου...

charles baudelaire