Δευτέρα, Δεκεμβρίου 29
Τρίτη, Δεκεμβρίου 9
το σβήσιμο
Περσιβαλ Έβερετ
Το σβήσιμο
(erasure)
μεταφρ" Χίλντα Παπαδημητρίου
Πόλις, 2004
Από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια. Δεν με άφησε στιγμή να πληξω. Γλωσσα απλή, σκληρή, δυνατή. Δεν είναι ενα απλο μυθιστόρημα ειναι ενα βιβλίο μεσα σ' ένα άλλο.
Όταν το ξεκίνησα δεν ειχα ιδέα περι τίνος πρόκειται και αυτο το έκανε ακόμα πιο ενδιαφέρον, ΄γι' αυτο το λόγο δεν θέλω να κανω περίληψη του βιβλίου, δεν εχει νοημα, αλλα δεν μπορω να μην σας παρεπέμψω σε δυο μπλογκ που διάβασαν και ενθουσιάστηκαν, σαν και εμένα, με το Σβήσιμο τον κριτικό τύπο , και το Λαπούτα .
Σε όσους αποφασίσουν να το διαβάσουν, καλή ανάγνωση.
Το σβήσιμο
(erasure)
μεταφρ" Χίλντα Παπαδημητρίου
Πόλις, 2004
Από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια. Δεν με άφησε στιγμή να πληξω. Γλωσσα απλή, σκληρή, δυνατή. Δεν είναι ενα απλο μυθιστόρημα ειναι ενα βιβλίο μεσα σ' ένα άλλο.
Όταν το ξεκίνησα δεν ειχα ιδέα περι τίνος πρόκειται και αυτο το έκανε ακόμα πιο ενδιαφέρον, ΄γι' αυτο το λόγο δεν θέλω να κανω περίληψη του βιβλίου, δεν εχει νοημα, αλλα δεν μπορω να μην σας παρεπέμψω σε δυο μπλογκ που διάβασαν και ενθουσιάστηκαν, σαν και εμένα, με το Σβήσιμο τον κριτικό τύπο , και το Λαπούτα .
Σε όσους αποφασίσουν να το διαβάσουν, καλή ανάγνωση.
Κυριακή, Δεκεμβρίου 7
ian brown
For each a road
For everyman a religion
Find everybody and rue
F*** everything and rumble
Forget everything and remember
For everything a reason
Forgive everybody and remember
For each a road
For everyman a religion
Face everybody and rue
F*** everything and rumble
Forget everything and remember
For everything a reason
F.E.A.R
F.E.A.R
F.E.A.R
F.E.A.R
Finding eternity arouses reactions
Freeing excellence affects reality
Fallen empires are ruling
Find earth and reap
Fantastic expectations
Amazing revelations
Final execution and resurrection
Free expression as revolution
Finding everything and realizing
You got the fear
You got the fear
You got the fear
You got the fear
You got the fear
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
(Fantastic expectations
Amazing revelations
Finding everyone and reuniting
For everything a reason)
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
You got the fear
You got the fear
You got the fear
You got the fear
For everyman a religion
Find everybody and rue
F*** everything and rumble
Forget everything and remember
For everything a reason
Forgive everybody and remember
For each a road
For everyman a religion
Face everybody and rue
F*** everything and rumble
Forget everything and remember
For everything a reason
F.E.A.R
F.E.A.R
F.E.A.R
F.E.A.R
Finding eternity arouses reactions
Freeing excellence affects reality
Fallen empires are ruling
Find earth and reap
Fantastic expectations
Amazing revelations
Final execution and resurrection
Free expression as revolution
Finding everything and realizing
You got the fear
You got the fear
You got the fear
You got the fear
You got the fear
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
(Fantastic expectations
Amazing revelations
Finding everyone and reuniting
For everything a reason)
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
F.E.A.R.
You got the fear
You got the fear
You got the fear
You got the fear
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 3
μαργαρίτα καραπάνου
Σκοτάδι. Η θάλασσα μαύρη και πηχτή. Mαμά, είσαι γοργόνα. Eγώ είμαι ανεβασμένη στη μαύρη σου ουρά, τεράστια, και τρέχουμε, τρέχουμε. Δεν μιλάμε, μόνο ακούγονται τα κύματα. Eίναι η πρώτη φορά που σε έχω δικιά μου. Σφίγγω τα πόδια μου γύρω στην ουρά σου. H ουρά γίνεται ξαφνικά από ατσάλι, με πληγώνει. Γυρίζεις το κεφάλι και βλέπω τ' άσπρα φρύδια σου, τ' άσπρα μαλλιά σου, τα στενά σου χείλη. Mου κλείνεις το μάτι. Mέσα στα αίματα που έχω στα πόδια μου απ’ την ουρά σου, σ' το κλείνω κι εγώ. - Έτσι πρέπει να είναι, μου λες. Kαταλαβαίνω. Πηδάω μες στη θάλασσα. Tα κύματα με σκεπάζουν. Tώρα κολυμπάς με τεράστια ταχύτητα, εξαφανίζεσαι μέσα στα ατσάλινα κύματα, μέσα στο σκοτάδι. Bγαίνω στη στεριά. Eίμαι μόνη μου, μόνη μου... Πάω να σηκωθώ, αλλά δεν μπορώ. Έχω κι εγώ ατσάλινη ουρά γοργόνας. Bουτάω μέσα στα κύματα, κολυμπάω με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Θέλω να σε προφτάσω... Γύρω μου τα ψάρια με κοιτάνε με απορία, κλαίω καθώς κολυμπώ...
(απο το βιβλίο της "Μαμά, ωκεανίδα 2004)
(απο το βιβλίο της "Μαμά, ωκεανίδα 2004)
Τρίτη, Δεκεμβρίου 2
ο χαμένος πίνακας του Καραβάτζο
Χαρ Τζόναθαν
(The Lost Painting: The Quest for a Caravaggio Masterpiece)
μεταφρ¨Αγγελίδου Μαρία
Μοντέρνοι Καιροί, 2008
από το οπισθόφυλλ﨨
Η κοπέλα από τη Ρώμη Η Φραντσέσκα Καπελέτι, μεταπτυχιακή φοιτήτρια της Ιστορίας της Τέχνης, κατεβαίνει την πέτρινη σκάλα που οδηγεί στο υπόγειο ενός επιβλητικού παλάτσο. Κάτω από το αχνό φως μιας γυμνής λάμπας αναζητά στοιχεία για δύο πίνακες που αποδίδονται στον Καραβάτζο. Εκεί, ανάμεσα σε δερματόδετους τόμους, φακέλους γεμάτους έγγραφα και σκονισμένα χαρτοκιβώτια, βρίσκει σημαντικές αναφορές για τη Σύλληψη του Χριστού, ένα επί αιώνες χαμένο έργο του καλλιτέχνη. Ο Εγγλέζος Ο σερ Ντένις Μάχον, αυθεντία σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει μελετήσει όλα τα γνωστά έργα του Καραβάτζο. Συλλέκτες και μουσεία πληρώνουν αδρά για τη γνώμη του όσον αφορά την αυθεντικότητα αμφιλεγόμενων έργων του μεγάλου ζωγράφου. Ενθουσιάζεται με τα ευρήματα της νεαρής Φραντσέσκα Καπελέτι και την ενθαρρύνει να λύσει το μυστήριο γύρω από το χαμένο αριστούργημα. Ο συντηρητής Ο Σέρτζο Μπενεντέτι δουλεύει στο εργαστήριο συντήρησης της Εθνικής Πινακοθήκης της Ιρλανδίας. Όταν τον καλούν να καθαρίσει και να συντηρήσει κάποιους πίνακες στο αβαείο του Αγίου Ιγνατίου, αντικρίζει εφτά ή οχτώ έργα διαφόρων μεγεθών. Το βλέμμα του τραβά αμέσως ο μεγαλύτερος. Η επιφάνειά του καλύπτεται από μια παχιά στρώση σκόνης και βρομιάς και έχει λόγους να πιστεύει ότι τον φιλοτέχνησε ο ίδιος ο Καραβάτζο. Αν τα τρία αυτά πρόσωπα ενώσουν τις ψηφίδες των στοιχείων που κρατούν στα χέρια τους, τότε ο χαμένος πίνακας του Καραβάτζο θα έρθει στο φως ανοίγοντας ένα παράθυρο στη μυστηριώδη ζωή του αιρετικού καλλιτέχνη. Τον τελευταίο λόγο, ωστόσο, τον έχει η μοίρα...
Ακόμα ένας χαμένος πίνακας που βρέθηκε!
Το διάβασα μέχρι τέλους από σεβασμό στο συγγραφέα που έκανε μεγάλη έρευνα πάνω στο θέμα.
(The Lost Painting: The Quest for a Caravaggio Masterpiece)
μεταφρ¨Αγγελίδου Μαρία
Μοντέρνοι Καιροί, 2008
από το οπισθόφυλλ﨨
Η κοπέλα από τη Ρώμη Η Φραντσέσκα Καπελέτι, μεταπτυχιακή φοιτήτρια της Ιστορίας της Τέχνης, κατεβαίνει την πέτρινη σκάλα που οδηγεί στο υπόγειο ενός επιβλητικού παλάτσο. Κάτω από το αχνό φως μιας γυμνής λάμπας αναζητά στοιχεία για δύο πίνακες που αποδίδονται στον Καραβάτζο. Εκεί, ανάμεσα σε δερματόδετους τόμους, φακέλους γεμάτους έγγραφα και σκονισμένα χαρτοκιβώτια, βρίσκει σημαντικές αναφορές για τη Σύλληψη του Χριστού, ένα επί αιώνες χαμένο έργο του καλλιτέχνη. Ο Εγγλέζος Ο σερ Ντένις Μάχον, αυθεντία σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει μελετήσει όλα τα γνωστά έργα του Καραβάτζο. Συλλέκτες και μουσεία πληρώνουν αδρά για τη γνώμη του όσον αφορά την αυθεντικότητα αμφιλεγόμενων έργων του μεγάλου ζωγράφου. Ενθουσιάζεται με τα ευρήματα της νεαρής Φραντσέσκα Καπελέτι και την ενθαρρύνει να λύσει το μυστήριο γύρω από το χαμένο αριστούργημα. Ο συντηρητής Ο Σέρτζο Μπενεντέτι δουλεύει στο εργαστήριο συντήρησης της Εθνικής Πινακοθήκης της Ιρλανδίας. Όταν τον καλούν να καθαρίσει και να συντηρήσει κάποιους πίνακες στο αβαείο του Αγίου Ιγνατίου, αντικρίζει εφτά ή οχτώ έργα διαφόρων μεγεθών. Το βλέμμα του τραβά αμέσως ο μεγαλύτερος. Η επιφάνειά του καλύπτεται από μια παχιά στρώση σκόνης και βρομιάς και έχει λόγους να πιστεύει ότι τον φιλοτέχνησε ο ίδιος ο Καραβάτζο. Αν τα τρία αυτά πρόσωπα ενώσουν τις ψηφίδες των στοιχείων που κρατούν στα χέρια τους, τότε ο χαμένος πίνακας του Καραβάτζο θα έρθει στο φως ανοίγοντας ένα παράθυρο στη μυστηριώδη ζωή του αιρετικού καλλιτέχνη. Τον τελευταίο λόγο, ωστόσο, τον έχει η μοίρα...
Ακόμα ένας χαμένος πίνακας που βρέθηκε!
Το διάβασα μέχρι τέλους από σεβασμό στο συγγραφέα που έκανε μεγάλη έρευνα πάνω στο θέμα.
ian curtis
isolation
In fear every day,m every evening,
He calls her aloud from above,
Carefully watched for a reason,
Painstaking devotion and love,
Surrendered to self preservation,
From others who care for themselves.
A blindness that touches perfection,
But hurts just like anything else.
Isolation, isolation, isolation.
Mother I tried please believe me,
I'm doing the best that I can.
I'm ashamed of the things I've been put through,
I'm ashamed of the person I am.
Isolation, isolation, isolation.
But if you could just see the beauty,
These things I could never describe,
These pleasures a wayward distraction,
This is my one lucky prize.
Isolation, isolation, isolation, isolation, isolation.
Ian Curtis, Joy Division, 1980
απάντηση
ανοίγοντας το "σβήσιμο" του Περσιβαλ Έβερετ, εκδόσεις Πόλις (ακολουθεί παρουσίαση), διέκρινα αμέσως στοιχεία που είδα και στο βιβλίο της Όουτς "Λευκό Κορίτσι, Μαύρο Κορίτσι). Η αναφορά και των δυο στο ότι θέλουν να πουν τα γεγονότα όπως είναι και να αποφύγουν τα ψέματα του παρελθόντος με έκανε να πιστεύω ότι εκείνη ('Οουτς) επηρεάστηκε από τον Έβερετ και έγραψε το δικό της. Καθώς όμως η ανάγνωση προχωρούσε διαπίστωσα ότι το ένα βιβλίο δεν έχει καμιά σχέση με το άλλο ως προς την "υπόθεση" αλλά έχει άλλα κοινά στοιχεία όπως ο ρατσισμός, οι Μαύροι της Αμερικής και κάποια μικρά αποσπάσματα που υπογράμμισα (θα τα αντιγράψω και εδώ όταν παρουσιάσω το βιβλίο). Και τα δυο τα διάβασα απνευστί, τολμώ να πω 'όμως, ότι το "σβήσιμο" είναι από τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα.
Παρασκευή, Οκτωβρίου 17
ερώτηση
Γινεται δυο συγγραφεις με εντελως διαφορετκη αντιληψη και γραφη, απο διαφορετικα μερη της γης να γραφουν σχεδον ταυτοχρονα για το ιδιο θέμα? Μηπως καποιος απ’ τους δυο εχει «κλέψει» απ΄ τον άλλο? Και πως θα ανακαλυψουμε εμεις τον «ένοχο» και αν φυσικά υπάρχει...
Αφορμη το τελευταιο βιβλίο που διάβασα (το απο κάτω) και το αμεσως επόμενο που επιασα στα χερια μου (σαν απο ένστικτο!) να διαβάσω..
μαύρο κορίτσι, λευκό κορίτσι
Τζόϊς Κάρολ Οουτς
μαύρο κορίτσι, λευκό κορίτσι
(black girl, white girl)
μετφτ¨Αυγουστος Κορτώ
Καστανιώτης, 2008
Η ιστορία φαινομενικά γνωστή. Καθώς προχωράει η αφήγηση, η Οουτς σε εκπλήσσει όχι όμως όπως σε προηγούμενα βιβλία της. Δύο κορίτσια με διαφορετικό χρώμα δέρματος, με διαφορετικές αντιλήψεις. Η νέγρα Μινετ με πατέρα ιερέα και η Τζένα γόνος μεγάλης και ιστορικής οικογένειας της Αμερικής υπέρμαχο των δικαιωμάτων των νέγρων και των σκλάβων. Έρχεται η στιγμή που οι δυο κόσμοι θα ενωθούν μέσα σ’ένα φοιτητικό δωμάτιο...
Η ιστορία είναι ουσιαστικά ένα προσωπικό χρονικό της λευκής Τζένα για το συνέβη στο πανεπιστήμιο πριν το Θάνατο της Μινέτ. Μια δημόσια απολογία, μια έρευνα για το τι πραγματικά συνέβη στη συγκάτοικο της.
Σαν συμπερασμα της ιστορίας παραθέτω αυτη τη φράση απο το οπισθόφυλλο του βιβλίου: Γιατί, πολλές φορές, η μισαλλοδοξία δεν είναι παρά η μορφή που δίνουμε στο μίσος που νιώθουμε για τον εαυτό μας…
Τετάρτη, Οκτωβρίου 15
στη γέφυρα
Heinrich Böll, Στη γέφυρα
Μου τυλίξανε τα πόδια και μου 'δωσαν ένα πόστο να κάθομαι και να μετράω τους ανθρώπους που περνάνε απ' την καινούργια γέφυρα. Τους κάνει κέφι -ναι, ναι, τρελαίνονται!- ν' αποδεικνύουν την ικανότητά τους με αριθμούς· ενθουσιάζονται με το τίποτα, μεθούν με κάτι λίγα ανόητα νούμερα, κι όλη μέρα, όλη μέρα το στόμα μου πάει ροδάνι καθώς κάνει σωρούς τα νούμερα, το 'να πάνω στ' άλλο, για να τους χαρίσω το βράδυ τον θρίαμβο του τελικού αριθμού.
Όταν τους αναφέρω το αποτέλεσμα της βάρδιας μου, τα πρόσωπά τους λάμπουν, κι όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός, τόσο περισσότερο λάμπουν - κι έχουνε κάθε λόγο να πλαγιάσουν ικανοποιημένοι: τόσος κόσμος περνάει -χιλιάδες- κάθε μέρα από την καινούργια τους γέφυρα…
Οι στατιστικές τους μετρήσεις, όμως, δεν είναι σωστές. Λυπάμαι που το λέω, μα δεν είναι σωστές. Είμαι αναξιόπιστος άνθρωπος, μολονότι ξέρω καλά πώς να προξενώ την εντύπωση του απλοϊκού και του καλοκάγαθου.
Μεταξύ μας, τώρα, μ' αρέσει πού και πού μερικούς να μην τους μετράω καθόλου, και πάλι, όποτε νιώθω συμπάθεια, να τους χαρίζω μερικούς παραπάνω. Κρατάω στα χέρια μου την ευτυχία τους. Άμα είμαι θυμωμένος ή όταν δεν έχω να καπνίσω, τους δηλώνω απλώς τον μέσο όρο·όταν, όμως, είμαι χαρούμενος κι η καρδιά μου χτυπάει δυνατά, αφήνω τη γενναιοδωρία μου να κυλήσει και να φτάσει σ' έναν αριθμό πενταπλάσιο του πραγματικού. Κι είναι όλοι τους ευτυχισμένοι!
Μου βουτάνε ευγενικά απ' το χέρι το τελικό αποτέλεσμα, τα μάτια τους πετάνε σπίθες και με χτυπάνε φιλικά στον ώμο. Χαμπάρι δεν παίρνουν τίποτα! Αρχίζουν πολλαπλασιασμούς και διαιρέσεις, βγάζουν ποσοστά επί τοις εκατό, κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο. Λογαριάζουν πόσοι περνούν σήμερα απ' τη γέφυρα ανά λεπτό και πόσοι θα περνούν σε δέκα χρόνια. Λατρεύουν το δεύτερο μέλλον· το δεύτερο μέλλον είναι η ειδικότητά τους - μα την αλήθεια, πόσο λυπάμαι που είναι όλα λάθος…
Όποτε περνάει απ' τη γέφυρα η μικρή μου αγαπημένη -και περνάει δυο φορές την ημέρα- η καρδιά μου σταματάει να δουλεύει. Μέχρι τη στιγμή που θα στρίψει στην αλέα και θα χαθεί, το ακούραστο τικ-τακ της καρδιάς μου διακόπτεται. Οτιδήποτε συμβαίνει, σ' αυτό το χρονικό διάστημα, το αποσιωπώ, δεν τους το φανερώνω. Αυτά τα δύο λεπτά μου ανήκουν, μου ανήκουν αποκλειστικά, δεν τους επιτρέπω να μου τα πάρουν. Κι όταν πάλι, το βράδυ, γυρνάει απ' το παγωτατζίδικο όπου δουλεύει, καθώς περνάει απ' τ' άλλο πεζοδρόμιο, το στόμα μου που μετράει, και πρέπει να μετράει, βουβαίνεται κι η καρδιά μου σταματάει ξανά· μέτρημα ξαναπιάνω μόλις τη χάσω απ' τα μάτια μου. Οτιδήποτε θελήσει η μοίρα να παρελαύνει εκείνα τα δυο λεπτά μπροστά απ' τα τυφλά μου μάτια δεν εισέρχεται στην αιωνιότητα της στατιστικής: άντρες και γυναίκες φαντάσματα, ανύπαρκτα όντα που δεν πρόκειται να παρελάσουν ποτέ στο δεύτερο μέλλον της στατιστικής…
Ότι την αγαπώ, είν' ολοφάνερο. Δεν το ξέρει, αλλά κι εγώ δεν θα 'θελα να το μάθει. Δεν πρέπει να μάθει με ποιον τερατώδη τρόπο κατεβάζει το ύψος του αριθμού των διερχομένων· θέλω -χωρίς να 'χει καν ιδέα, αλλά και χωρίς να φταίει σε τίποτα- να προσπερνάει μπροστά μου με τα μικρά καστανά μαλλιά και τα καλλίγραμμα πόδια της, να πηγαίνει στο παγωτατζίδικο, να βγάζει μπόλικο πουρμπουάρ. Την αγαπώ… Ότι την αγαπώ, είν' ολοφάνερο - και κάτι παραπάνω.
Eσχάτως μου έκαναν έλεγχο. Ο εργάτης που κάθετ' απέναντι και μετράει τ' αυτοκίνητα με είχε ειδοποιήσει από πριν κι είχα τα μάτια μου δεκατέσσερα. Μέτραγα σαν τρελός, ούτε χιλιομετροφάγος να ήμουν. Ο ίδιος, μάλιστα, ο προϊστάμενος της Στατιστικής Υπηρεσίας ανέβηκε στη γέφυρα, πήγε και στάθηκε στην άλλη πλευρά και σύγκρινε το αποτέλεσμα μιας ώρας με τη δική μου ωριαία έκθεση. Μονάχα έναν είχαν λιγότερον από κείνον. Είχε περάσει η μικρή μου αγαπημένη και για τίποτα στον κόσμο δε θ' άφηνα αυτό το όμορφο κορίτσι να μπει στο δεύτερο μέλλον - η μικρή μου αγαπημένη δεν είναι για να πολλαπλασιαστεί, να διαιρεθεί και να μεταμορφωθεί σ' ένα τίποτα εκφρασμένο επί τοις εκατό. Μάτωσ' η καρδιά μου που έπρεπε να συνεχίσω το μέτρημα δίχως να μπορώ να την παρακολουθήσω με το μάτι· στον εργάτη απέναντι, που μέτραγε τ' αυτοκίνητα, χρωστώ δίχως άλλο μεγάλη ευγνωμοσύνη. Επρόκειτο για την ίδια μου την ύπαρξη.
Ο προϊστάμενος της Στατιστικής με χτύπησε στον ώμο και μου 'πε ότι είμαι καλός, σωστός και αξιόπιστος.
«Ένας παρακάτω την ώρα», πρόσθεσε, «δε χάθηκε δα κι ο κόσμος. Εμείς στην Υπηρεσία ούτως ή άλλως προσυπολογίζουμε πάντα μια σταθερή απώλεια. Θα προτείνω να μετατεθείτε στα ιππήλατα».
Τα ιππήλατα, φυσικά, είναι ο κόμβος. Τα ιππήλατα, εκεί είναι χάρμα. Υπάρχουν το πολύ εικοσιπέντε ιππήλατα την ημέρα και κάθε μισή ώρα θα προσθέτω ένα νούμερο στο προηγούμενο· χάρμα, σας λέω.
Στα ιππήλατα θα 'ναι χάρμα. Μεταξύ τέσσερις κι οχτώ δεν επιτρέπεται να περνούν ιππήλατα απ' τη γέφυρα, οπότε θα μπορώ άνετα να πηγαίνω βόλτα ή στο παγωτατζίδικο· θα με βλέπει αρκετή ώρα ή και θα με συνοδεύει στο δρόμο της επιστροφής για το σπίτι η μικρή μου -η καταμέτρητη αγαπημένη.
περ. Πολύτροπος 1 (Ιαν. 1997) 55-57. [μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής]
Τρίτη, Οκτωβρίου 14
μικρά αγγλία
Ιωάννα Καρυστιάνη
Μικρά Αγγλία
Καστανιώτης, 1997
Πόσο απέραντος είναι ο κόσμος της θάλασσας και οι ανθρώποι που ζουν απ' αυτή. Μια ιστορία για τους Ναυτικούς και εκείνους που μενουν πίσω και περιμένουν, για εκείνους που ταξιδευουν μαζί τους, για ένα νησί με παράδοση στη ναυτιλια. Ερωτες, ταξίδια..
Και παραθέτω το παρακάτω κείμενο που είναι αυτο ακριβώς που σκέφτομαι για το βιβλίο τούτο:
…Αρχικά, η γλώσσα του έργου σίγουρα ξαφνιάζει. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο γλωσσικό στυλ που αποτελεί την ταυτότητα, τη σφραγίδα, το διακριτικό αναγνωριστικό στοιχείο της συγγραφέως. Η Καρυστιάνη ξέρει να γράφει. Ο λόγος της δεν είναι στεγνός, ούτε περίτεχνος, φορτωμένος ή πλαδαρός. Η γραφή της είναι καίρια, ακριβής. Πέραν του αποθησαυρίσματος ενός εν αδρανεία γλωσσικού πλούτου, ο αναγνώστης βλέπει μπροστά του ένα ανάλαφρο γλωσσικό παιχνίδισμα και κάποιες μοναδικές γλωσσικές περιγραφικές συλλήψεις που σπανίως συναντά.
Η Καρυστιάνη επιχειρεί μια κατάδυση στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής και, τελικά, επιτυγχάνει την άρτια ψυχογράφηση των ηρώων της. Ήρωες και αντι-ήρωες, λοιπόν, φαντάσματα του παρελθόντος, γήινοι, αληθινοί, σπαρταρούν ολοζώντανοι στις σελίδες του έργου της.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη
Δημοσιογράφος
Περιοδικό ΑΝΤΙ, τεύχος 639, 4-7-1997
Πέμπτη, Οκτωβρίου 9
adrienne rich
ΝΟΥΒΕΛΑ
Δύο άνθρωποι σ' ένα δωμάτιο συζητούν έντονα.Ο ένας σηκώνεται, βγαίνει να περπατήσει.
(Αυτός είναι ο άντρας).
Ο άλλος πάει δίπλα
και πλένει τα πιάτα• σπάει ένα.
(Αυτή είναι η γυναίκα).
Έξω σκοτεινιάζει.
Τα παιδιά τσακώνονται στη σοφίτα.
Δεν της έμεινε αίμα στη καρδιά.
Ο άντρας γυρίζει, το σπίτι σκοτεινό.
Το μόνο φως, στη σοφίτα.
Ξέχασε το κλειδί του.
Χτυπάει την ίδια του την πόρτα
κι ακούει λυγμούς στις σκάλες.
Ανάβουν στο σπίτι τα φώτα.
Η πόρτα κλείνει πίσω του.
Έξω απομονωμένα σαν τον κάθε νου
ανάβουν και τ' αστέρια.
μτφρ. Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
Τετάρτη, Οκτωβρίου 8
τίτος πατρίκιος
Η Ακρογιαλιά
Δεν είχα για πάντα βυθιστεί
στα καταμαυρα νερά
βγήκα δύσκολα πάλι στον αφρό
είδα τον ουρανό να φέγγει
και πια δεν νοιαζόμον
για το ανεκπλήρωτο παρελθόν
δεν προσπαθούσα ξανά να κρατηθώ
απο ένα σχεδιασμένο μέλλον
κολύμπησα ως την πολυθόρυβη
γεμάτη κόσμο ακρογιαλιά
και ξάπλωσα στη μαλακή
χιλιοπατημένη άμμο.
Αναβολές
Αναβάλλουμε συνεχώς εκεινη τη στιγμή
που δεν θα ξανασυναντηθούμε πουθενά
στο μεταξυ πολλές φορές γελάμε
μ’ ένα σωρό απ’ αυτά που ζήσαμε
κάποτε κλαίμε μόμοι μας κρυφά
ανδρέας εμπειρίκος
[Άτιτλο]
Εσείς που την ημέρα κυνηγάτε με βούρδουλα τα παιδιά και όλο το βράδυ παίζεται χαρτιά σε καφενέδες ή σαλόνια, ακόμα και στα θαλάσσια λουτρά , χωρίς να σας λένε τίποτα, το κύμα και ο γλάρος, χάρης χαρές της θάλασσας, προσέχετε, προσέχετε μη φέρετε το αναπότρεπτο χαρτί, πολύ πιο γρήγορα, νομίζοντας οτι κερδίζετε φός ρουαγιάλ, προσέχετε μήπως το χαρτί που θα σας έρθει, εκείνο το μαυρο χαρτί, το αδυσώπητο μαύρο, έχει και στις γωνιές το κάτι πάρα πολυ που θυμίζει εγγλέζικο φτυάρι, εκείνο το στυγνό χαρτί, κάλλιο ν’ αρ γήσει νά ‘ ρθει ο ερχομος του, εκείνο το μαυρο χαρτί, κυρίες και κύριοι που τα χαρτιά αγαπάτε, την ήβη σας πνίγοντας και των παιδιών σας, εκείνο το μαυρο χαρτι, προσέχετε το φάντη πίκα χάρο.
Τρίτη, Σεπτεμβρίου 30
Joyce Mansour
ΟΛΑ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ...
Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
την αγάπη μου σου διηγούμαι
στραγγαλίζω ένα λουλούδι
η φωτιά αργοσβήνει
χωνεμένη από θλίψη.
Μες στον καθρέφτη που η σκιά μου αποκοιμιέται
κατοικούνε πεταλούδες.
Όλα τα βράδια σαν είμαι μόνη
μελετώ το μέλλον στων ετοιμοθάνατων
τα μάτια
την ανάσα μου ανακατώνω με της
κουκουβάγιας το αίμα
και με τους τρελούς μαζί η καρδιά μου
πιλαλάει κρεσέντο.
Τζόυς Μάνσουρ, 1928-1986(μτφ. Έκτωρ Κακναβάτος), "Κραυγές" (επιλογή), στον τόμο : . . . δεν άνθησαν ματαίως. Ανθολογία υπερρεαλισμού, (επιμ. Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου), Αθήνα, εκδ. Νεφέλη, 1980
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 29
τα ψάθινα καπέλα
Μαργαρίτα Λυμπεράκη
τα ψάθινα καπέλα
Καστανιώτης, 2004
ναι, το καλοκαίρι που μας πέρασε διαβασα επιτέλους τα Ψάθινα καπέλα με καθυστέρηση ίσως 15 ετών.. το απολαυσα όμως όπως και η Κατερίνα (μια απο τις 3 ηρωιδες του βιβλίου) απόλαυσε τα 3 καλοκαιρια που την σημαδεψαν.
Τρία κορίτσια, τρία ψάθινα καπέλα, τρία καλοκαίρια και μια γιαγια μυστήριο.
Ενα βιβλίο που μυρίζει καλοκαίρι, δροσιά, νιότη, βροχή, ήλιο. Και όπως ειπε και ο Α. Καμύ "ενα βιβλιο που φέρνει την άνοιξη"
Λένε οτι κάποια βιβλία πρέπει να τα διαβάσεις σε κάποια συγκεκριμένη στιγμη στη ζωη σου, σε συγκεκριμενη ηλικία. Τελικα δεν το πιστευω αυτο.
Κυριακή, Σεπτεμβρίου 28
ο νάνος
περ Λαγκερκβιστ
ο Νάνος
(Dvargen)
μετφ. Μ. Γεωργιάδου
αστάρτη, 1990
Ο νάνος έργο μεγάλου Σουηδού συγγραφέα Περ Λαγκερκβιστ (Νόμπελ λογοτεχνίας, 1951), απο τις πρώτς γραμμές βρίσκουμε στο Νάνο τα κυρίαρχα θέματα που στοιχείωνουν όλο το έργο του συγγραφέα, τη μοναξιά, την αγριότητα, την πιο ανελέητη απανθρωπιά που δεν ξυπνά παρά την αδιαφορία..
Ο νάνος είναι ψυχικά και σωματικά ένα τέρας. Μισεί, σιχαίνεται, κατασκοπευει, βασανίζει, σκοτώνει. Ειναι ανικανος να νοιώσει οίκτο, σεβασμό, αγάπη ή έστω μια απλή τρυφερότητα.
απο το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ανακάλυψα τον συγγραφέα και πραγματικά ενοιωσα αυτο που λένε σπουδαία λογοτεχνία. Ο τρόπος που γράφει, τόσο απλός, μικρες και καθαρές προτάσεις, όλες γεμάτες κάτι.. κατι που σε βάζει σε σκέψεις, προβληματισμό, ειναι ή δεν είναι ο νανος τέρας, αυτα που λέει, σκέφτεται και κάνει μηπως ειναι σωστά? Πως γίνεται η σκέψη του να ειναι αυτη?
Μπαίνεις καθαρα στη διαδικασία να σκεφτέις διαφορετικα..να ταυτιστέις.
δεν ξέρω αν είναι ή όχι, για μένα σιγουρα όμως ανηκει στην κατηγορία αριστούργημα.
..ένας ανθρωπος για τον οποιο μια απλή πέτρα έχει τόση αξία, θα πρέπει να περιστοιχίζεται από θησαυρούς, όπου και αν βρίσκεται..
το διάβασα απνευστη (ετσι δεν γράφεται?)
ο Νάνος
(Dvargen)
μετφ. Μ. Γεωργιάδου
αστάρτη, 1990
Ο νάνος έργο μεγάλου Σουηδού συγγραφέα Περ Λαγκερκβιστ (Νόμπελ λογοτεχνίας, 1951), απο τις πρώτς γραμμές βρίσκουμε στο Νάνο τα κυρίαρχα θέματα που στοιχείωνουν όλο το έργο του συγγραφέα, τη μοναξιά, την αγριότητα, την πιο ανελέητη απανθρωπιά που δεν ξυπνά παρά την αδιαφορία..
Ο νάνος είναι ψυχικά και σωματικά ένα τέρας. Μισεί, σιχαίνεται, κατασκοπευει, βασανίζει, σκοτώνει. Ειναι ανικανος να νοιώσει οίκτο, σεβασμό, αγάπη ή έστω μια απλή τρυφερότητα.
απο το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ανακάλυψα τον συγγραφέα και πραγματικά ενοιωσα αυτο που λένε σπουδαία λογοτεχνία. Ο τρόπος που γράφει, τόσο απλός, μικρες και καθαρές προτάσεις, όλες γεμάτες κάτι.. κατι που σε βάζει σε σκέψεις, προβληματισμό, ειναι ή δεν είναι ο νανος τέρας, αυτα που λέει, σκέφτεται και κάνει μηπως ειναι σωστά? Πως γίνεται η σκέψη του να ειναι αυτη?
Μπαίνεις καθαρα στη διαδικασία να σκεφτέις διαφορετικα..να ταυτιστέις.
δεν ξέρω αν είναι ή όχι, για μένα σιγουρα όμως ανηκει στην κατηγορία αριστούργημα.
..ένας ανθρωπος για τον οποιο μια απλή πέτρα έχει τόση αξία, θα πρέπει να περιστοιχίζεται από θησαυρούς, όπου και αν βρίσκεται..
το διάβασα απνευστη (ετσι δεν γράφεται?)
το θείο βρέφος
Πασκάλ Μπρυκνερ
το Θείο βρέφος
(le divin enfant)
μετφρ. Λ. Αβαγιανού
αστάρτη, 1992
Αυτός ο συγγαφέας δε σταματά ποτέ να με εκπλήσει. Ποτέ όμως. Ξεκινώντας απο τα "Μαυρα φεγγάρια του Έρωτα", συνεχίζοντας με τους "κλέφτες της Ομορφιάς" και τώρα με το, μοναδικό, τολμώ να πω, ή μαλλον αναρχικό "θείο βρέφος". Δεν θέλω να πω τιποτα περισσότερο, ιδιαίτερα σε εκείνους που ίσως κάποτε το διαβάσουν.
..μονάχα το πνευμα μπορεί να μεταμορφώσει τη σάρκα, όλα τα υπόλοιπα δεν είναι παρά μια υπόθεση κρέατος, κάπως χαλασμένου μάλιστα...
Τα εμπόδια δεν μειώνουν την ελευθερία μας, τη διευθετούν..
..ανοικουμε στον κόσμο που κατασκευάζουμε εμείς οι ίδοι, όχι σ' αυτόν που κατασκέυασαν οι άλλοι για μας.
Γιατί όλα τα βιβλία υποφέρουν σαν μένουν αδιάβαστα. και όχι μόνο τα βιβλία αλλα και οι πρόχειρες σημειώσεις, τα προσωπικά ημερολόγια, οι ιατρικές συνταγές, τα διαφημιστικά φυλλάδια..
Τρίτη, Ιουνίου 24
Δευτέρα, Ιουνίου 9
να περιφέρεσαι στην τρέλα
Charles Bukowski
να περιφέρεσαι στην τρέλα
μεταφρ¨Σώτη Τριανταφύλλου
Ηλέκτρα, 2006
χάθηκα στις σελίδες του.. παραθέτω το πρώτο ποίημα:
Ωστε θέλεις να γίνεις συγγραφέας
αν δεν βγει από μέσα σου με ορμή
σε πείσμα όλων,
μην το κάνεις.
αν δεν έρθει απρόσκλητο απ' την καρδιά κι απ' το μυαλό κι από το στόμα κι από τα σωθικά σου,
μην το κάνεις.
αν κάθεσαι μπρος στην οθόνη του υπολογιστή σουκαι την κοιτάζεις με τις ώρες
και γέρνεις σαν καμπούρης πάνω από τη γραφομηχανή σου,γυρεύοντας
με κόποτις λέξεις που δεν έρχονται,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις για τα λεφτά ή για τη δόξα,
άσ' το καλύτερα.
αν το κάνεις γιατί νομίζεις πως θα ρίξεις γυναίκες
ή άντρες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
αν κάθεσαι εκεί πέρα και γράφεις τα ίδια και τα ίδια,
μην το κάνεις.
αν ζορίζεσαι όταν σκέφτεσαι να το κάνεις,
τότε να μην το κάνεις.
αν προσπαθείς να γράψεις όπως κάποιος άλλος,
ξέχνα το. άσ' το καλύτερα.
αν μπορείς να περιμένεις να βγει από μέσα σου μου
γκρίζοντας, τότε περίμενε υπομονετικά.
Κι αν δεν βγει μ' έναν βαθύ βρυχηθμό,κάνε κάτι άλλο.
αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις στη γυναίκα, στην γκόμενα
στον γκόμενο, στους γονείς σου ή σε οποιονδήποτε άλλο,
δεν είσαι έτοιμος να γίνεις συγγραφέας.
μη γίνεις σαν όλους αυτούς τους γραφιάδες,
μη γίνεις σαν τόσους και τόσους που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μη γίνεις γελοίος, πληκτικός, φαντασμένος, μην αφήσεις την αυταρέσκεια να σε κατασπαράξει.
οι βιβλιοθήκες του κόσμου έχουν τρελαθεί στο χασμουρητόμε το σινάφι σου.
μην προστεθείς κι εσύ σ' αυτούς.
μην το κάνεις.
αν δεν πετάγεται απ' την ψυχή σου σαν πύραυλος,
άσ' το καλύτερα.
κάν' το μονάχα όταν νιώσεις πως αν δεν το κάνεις θα τρελαθείς,
θ' αυτοκτονήσεις ή θα σκοτώσεις.
αλλιώς, μην το κάνεις.
αν δεν νιώσεις πως ο ήλιος σου καίει μέσα σουτα σπλάχνα,μην το κάνεις.
όταν στ' αλήθεια έρθει η ώρα,κι αν έχεις το χάρισμα,
θα γίνειαπό μόνο του και θα συνεχίσει να γίνεται
ώσπου να σβήσει ή να σβήσει.
άλλος τρόπος δεν υπάρχει.
δεν υπάρχει.
δεν υπήρξε ποτέ.
να περιφέρεσαι στην τρέλα
μεταφρ¨Σώτη Τριανταφύλλου
Ηλέκτρα, 2006
χάθηκα στις σελίδες του.. παραθέτω το πρώτο ποίημα:
Ωστε θέλεις να γίνεις συγγραφέας
αν δεν βγει από μέσα σου με ορμή
σε πείσμα όλων,
μην το κάνεις.
αν δεν έρθει απρόσκλητο απ' την καρδιά κι απ' το μυαλό κι από το στόμα κι από τα σωθικά σου,
μην το κάνεις.
αν κάθεσαι μπρος στην οθόνη του υπολογιστή σουκαι την κοιτάζεις με τις ώρες
και γέρνεις σαν καμπούρης πάνω από τη γραφομηχανή σου,γυρεύοντας
με κόποτις λέξεις που δεν έρχονται,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις για τα λεφτά ή για τη δόξα,
άσ' το καλύτερα.
αν το κάνεις γιατί νομίζεις πως θα ρίξεις γυναίκες
ή άντρες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
αν κάθεσαι εκεί πέρα και γράφεις τα ίδια και τα ίδια,
μην το κάνεις.
αν ζορίζεσαι όταν σκέφτεσαι να το κάνεις,
τότε να μην το κάνεις.
αν προσπαθείς να γράψεις όπως κάποιος άλλος,
ξέχνα το. άσ' το καλύτερα.
αν μπορείς να περιμένεις να βγει από μέσα σου μου
γκρίζοντας, τότε περίμενε υπομονετικά.
Κι αν δεν βγει μ' έναν βαθύ βρυχηθμό,κάνε κάτι άλλο.
αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις στη γυναίκα, στην γκόμενα
στον γκόμενο, στους γονείς σου ή σε οποιονδήποτε άλλο,
δεν είσαι έτοιμος να γίνεις συγγραφέας.
μη γίνεις σαν όλους αυτούς τους γραφιάδες,
μη γίνεις σαν τόσους και τόσους που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μη γίνεις γελοίος, πληκτικός, φαντασμένος, μην αφήσεις την αυταρέσκεια να σε κατασπαράξει.
οι βιβλιοθήκες του κόσμου έχουν τρελαθεί στο χασμουρητόμε το σινάφι σου.
μην προστεθείς κι εσύ σ' αυτούς.
μην το κάνεις.
αν δεν πετάγεται απ' την ψυχή σου σαν πύραυλος,
άσ' το καλύτερα.
κάν' το μονάχα όταν νιώσεις πως αν δεν το κάνεις θα τρελαθείς,
θ' αυτοκτονήσεις ή θα σκοτώσεις.
αλλιώς, μην το κάνεις.
αν δεν νιώσεις πως ο ήλιος σου καίει μέσα σουτα σπλάχνα,μην το κάνεις.
όταν στ' αλήθεια έρθει η ώρα,κι αν έχεις το χάρισμα,
θα γίνειαπό μόνο του και θα συνεχίσει να γίνεται
ώσπου να σβήσει ή να σβήσει.
άλλος τρόπος δεν υπάρχει.
δεν υπάρχει.
δεν υπήρξε ποτέ.
βρώμικος κόσμος
Charles Bukowski
βρωμικος κόσμος
μετφρ¨Γ. Μπλάνας, Ε. Καλλιφατίδη
Απόπειρα, 1988
Λος Άντζελες: τα σκοτεινά μπαρ, οι μοναχικές νύχτες, οι παράξενοι έρωτες της μεγαλούπολης.
Κάθονταν και ρουφούσαν τα ποτά τους.
Απ' έξω ακουγόταν ο θόρυβος των αυτοκινήτων που ανεβοκατέβαιναν τη λεωφόρο Χόλιγουντ.
Ο ήχος ήταν συνεχής σαν παλίρροια, σαν κύματα, σαν τον ωκεανό, κι ήταν στ' αλήθεια ωκεανός: εκεί έξω είχε καρχαρίες, μπαρακούντα, μέδουσες, χταπόδια, οστρακόδερμα, φάλαινες, μαλάκια, σφουγγάρια, δράκαινες και όλα τα παρόμοια.
Μέσα βρίσκονταν σ' ένα απομονωμένο ενυδρείο.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ιστορίες καθημερινές και αλλες ίσως οχι και τόσο. σ'ενα κόσμο βρώμικο και σκοτεινό, στον αληθινο κοσμο του Μπουκόφσκι.
βρωμικος κόσμος
μετφρ¨Γ. Μπλάνας, Ε. Καλλιφατίδη
Απόπειρα, 1988
Λος Άντζελες: τα σκοτεινά μπαρ, οι μοναχικές νύχτες, οι παράξενοι έρωτες της μεγαλούπολης.
Κάθονταν και ρουφούσαν τα ποτά τους.
Απ' έξω ακουγόταν ο θόρυβος των αυτοκινήτων που ανεβοκατέβαιναν τη λεωφόρο Χόλιγουντ.
Ο ήχος ήταν συνεχής σαν παλίρροια, σαν κύματα, σαν τον ωκεανό, κι ήταν στ' αλήθεια ωκεανός: εκεί έξω είχε καρχαρίες, μπαρακούντα, μέδουσες, χταπόδια, οστρακόδερμα, φάλαινες, μαλάκια, σφουγγάρια, δράκαινες και όλα τα παρόμοια.
Μέσα βρίσκονταν σ' ένα απομονωμένο ενυδρείο.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Ιστορίες καθημερινές και αλλες ίσως οχι και τόσο. σ'ενα κόσμο βρώμικο και σκοτεινό, στον αληθινο κοσμο του Μπουκόφσκι.
Κυριακή, Ιουνίου 1
nick cave
do you love me?
Onward! And Onward! And Onward I go
Where no man before could be bothered to go
Till the soles of my shoes are shot full of holes
And it's all down
hill with a bullet
This ramblin' and rovin' has taken it's course
I'm grazing with the dinosaurs and the dear old horses
And the city streets crack and a great hole forces
Me down with my soapbox, my pulpit
The theatre ceiling is silver star spangled
And the coins in my pocket go jingle-jangle
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
There's a man in the theatre with girlish eyes
Who's holding my childhood to ransom
On the screen there's a death,there's a rustle of cloth
And a sickly voice calling me handsome
There's a man in the theatre with sly girlish eyes
On the screen there's an ape, a gorilla
There's a groan, there's a cough, there's a rustle of cloth
And a voice that stinks of death and vanilla
This is a secret, mauled and mangled
And the coins in my pocket go jingle-jangle
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
The walls in the ceiling are painted in blood
The lights go down, the red curtains come apart
The room is full of smoke and dialogue
I know by heart
And the coins in my pocket jingle-jangle
As the great screen crackled and popped
And the clock of my boyhood was wound down and stopped
And my handsome little body oddly propped
And my trousers ride down to my ankles
Yes, onward! And upward!
And I'm off to find love
Do you love me?
If you do, I'm thankful
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
This city is an ogre squatting by the river
It gives life but it takes it away, my youth
There comes a time when you just cannot deliver
This is a fact.
This is a stone cold truth.
Do you love me?
I love you, handsome.But do you love me?
Yes, I love you, you are handsome
Amongst the cogs and the wires, my youth
Vanilla breath and handsome apes with girlish eyes
Dreams that roam between truth and untruth
Memories that become monstrous lies
So onward! And Onward! And Onward I go!
Onward! And Upward!
And I'm off to find loveWith blue-black bracelets on my wrists and my ankles
And the coins in my pocket go jingle-jangle
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Onward! And Onward! And Onward I go
Where no man before could be bothered to go
Till the soles of my shoes are shot full of holes
And it's all down
hill with a bullet
This ramblin' and rovin' has taken it's course
I'm grazing with the dinosaurs and the dear old horses
And the city streets crack and a great hole forces
Me down with my soapbox, my pulpit
The theatre ceiling is silver star spangled
And the coins in my pocket go jingle-jangle
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
There's a man in the theatre with girlish eyes
Who's holding my childhood to ransom
On the screen there's a death,there's a rustle of cloth
And a sickly voice calling me handsome
There's a man in the theatre with sly girlish eyes
On the screen there's an ape, a gorilla
There's a groan, there's a cough, there's a rustle of cloth
And a voice that stinks of death and vanilla
This is a secret, mauled and mangled
And the coins in my pocket go jingle-jangle
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
The walls in the ceiling are painted in blood
The lights go down, the red curtains come apart
The room is full of smoke and dialogue
I know by heart
And the coins in my pocket jingle-jangle
As the great screen crackled and popped
And the clock of my boyhood was wound down and stopped
And my handsome little body oddly propped
And my trousers ride down to my ankles
Yes, onward! And upward!
And I'm off to find love
Do you love me?
If you do, I'm thankful
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
This city is an ogre squatting by the river
It gives life but it takes it away, my youth
There comes a time when you just cannot deliver
This is a fact.
This is a stone cold truth.
Do you love me?
I love you, handsome.But do you love me?
Yes, I love you, you are handsome
Amongst the cogs and the wires, my youth
Vanilla breath and handsome apes with girlish eyes
Dreams that roam between truth and untruth
Memories that become monstrous lies
So onward! And Onward! And Onward I go!
Onward! And Upward!
And I'm off to find loveWith blue-black bracelets on my wrists and my ankles
And the coins in my pocket go jingle-jangle
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
Do you love me?
leonard cohen
Αυτό που με αιφνιδιασε
ένας γνωστός μου ειπε
πως ο μεγας σοφος
Νισαργκάττα Μαχαρατζά
του πρόσφερε τσιγάρο,
"Ευχαριστώ, κύριε, αλλά δεν καπνίζω".
"Δεν καπνίζεις?" είπε ο δάσκαλος,
"και τότε τι νόημα εχει η ζωη?"
Αν ήξερες
αν ήξερες πόσο σε αγαπάμε
θα κρυβόσουν
δεν θα τα έκανες όλα άνω-κάτω
με το πάθος
που σκότωσε τριακόσιες χιλιάδες ανθρώπους
στη Χιροσίμα
ή που μάζεψε τα βράχια στο φεγγάρι
για να τα κάνει σκόνη
αναζητώντας σε
αναζητώντας το χαμένο σου στήριγμα
Μια υπόσχεση
ποτέ δεν
θα επιστρέψω
το Άγιο Δισκοπότηρο
Στους
"Νομιμους του Δικαιούχους"
{Leonard choen, απο το βιβλίο, "το βιβλίο του Πόθου", "the book of Longing", μετφρ, Ιωαννα Αβραμίδου, Ιανός, 2008}
ένας γνωστός μου ειπε
πως ο μεγας σοφος
Νισαργκάττα Μαχαρατζά
του πρόσφερε τσιγάρο,
"Ευχαριστώ, κύριε, αλλά δεν καπνίζω".
"Δεν καπνίζεις?" είπε ο δάσκαλος,
"και τότε τι νόημα εχει η ζωη?"
Αν ήξερες
αν ήξερες πόσο σε αγαπάμε
θα κρυβόσουν
δεν θα τα έκανες όλα άνω-κάτω
με το πάθος
που σκότωσε τριακόσιες χιλιάδες ανθρώπους
στη Χιροσίμα
ή που μάζεψε τα βράχια στο φεγγάρι
για να τα κάνει σκόνη
αναζητώντας σε
αναζητώντας το χαμένο σου στήριγμα
Μια υπόσχεση
ποτέ δεν
θα επιστρέψω
το Άγιο Δισκοπότηρο
Στους
"Νομιμους του Δικαιούχους"
{Leonard choen, απο το βιβλίο, "το βιβλίο του Πόθου", "the book of Longing", μετφρ, Ιωαννα Αβραμίδου, Ιανός, 2008}
Δευτέρα, Μαΐου 26
οι απόψεις ενός κλόουν
Χάινριχ Μπέλ
οι απόψεις ενός κλόουν
(Ansichten eines Clowns)
μετφρ:τζένη Μαστοράκη
Γράμματα, 1986
Το θεωρώ αριστούργημα, και παραθέτω αυτα που έγραψε για το βιβλίο ο Α. Βιστωνίτης στο "Βήμα" στις 12/10/2003 , Σελ.: S02.
δεν θα μπορουσα να συμφωνω περισσότερο.
...Χάινριχ Μπελ, που μαζί με τον Γκύντερ Γκρας αποτελούν το μεγάλο δίδυμο της νεότερης γερμανικής πεζογραφίας. Μείζον μυθιστόρημα της αθωότητας και της ενοχής είναι Ο κλόουν (1963), που κατέχει κεντρικό ρόλο στην πεζογραφία του Μπελ.
Ο κλόουν Χανς Σνιρ είναι από τα αδρότερα πρόσωπα που μας έδωσε ο Μπελ - και από τους αφοπλιστικότερους αρνητικούς χαρακτήρες του μεταπολεμικού μυθιστορήματος. Γόνος εύπορης αστικής οικογενείας, αρνείται την τάξη του, τις παραδόσεις της, την υποκρισία, τον στρουθοκαμηλισμό, τις ενοχές και τις συλλογικές της ευθύνες για το χιτλερικό άγος. Διαλέγει τον ρόλο του παρείσακτου, αυτού που για να κατακτήσει την αθωότητα απορρίπτει όσα πλεονεκτήματα του προσφέρει η κοινωνία. Γίνεται κλόουν, ζει με τις νευρώσεις του, τις τραγικωμικές ευαισθησίες του, τις αρνήσεις του, που τον οδηγούν στη σωματική και στη συναισθηματική κατάπτωση, αρνούμενος κάθε συμβιβασμό και πληρώνοντας ακριβά το τίμημα της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητάς του. Πάνω στις «κοινωνικές» του αδυναμίες θεμελιώνεται το ηθικό του σθένος.
Υπερευαίσθητος σε βαθμό αυτοεξόντωσης, περνά τις ημέρες του τηλεφωνώντας δεξιά κι αριστερά και περιμένοντας να επιστρέψει κοντά του η γυναίκα με την οποία ζούσε, η οποία τον εγκατέλειψε γιατί δεν μπορούσε να αντέξει την αναποφασιστικότητά του και την άρνησή του τελικά να καταστεί οργανικό μέλος μιας κοινωνίας η οποία, παρά τη φαινομενική αισιοδοξία της, είναι βαθιά σημαδεμένη από τις συνέπειες του πολέμου. Η κοινωνία που απορρίπτει ο Σνιρ τον απορρίπτει και αυτή με τη σειρά της. Του στερεί ό,τι πολυτιμότερο για τον ίδιο: την αγάπη της γυναίκας που ως το τέλος του βιβλίου την περιμένει να γυρίσει κοντά του.
Οπως όλοι οι αθώοι, ο Σνιρ είναι κωμικός και αξιοθρήνητος, ένας εξ ορισμού αταίριαστος - γιατί μόνο έτσι μπορεί κανείς να παραμείνει συνεπής προς τον εαυτό του. Η κατάπτωσή του είναι ραγδαία. Ο κλόουν βαθιά μέσα του πιστεύει ότι η κατάντια του θα συγκινήσει τη γυναίκα που τον εγκατέλειψε και θα ξαναγυρίσει κοντά του. Απαλλαγμένος από προκαταλήψεις, από την ίδια την ιδέα του αυτοεξευτελισμού, τηλεφωνεί στους φίλους της και τους παρακαλεί να την πείσουν να επιστρέψει.
Δημιουργεί και ζει με διάφορες τρελές φαντασιώσεις. Ονειρεύεται ακόμη και την ίδια του την κηδεία, για να καταλήξει στο τέλος με την κιθάρα του στον σταθμό της Κολονίας περιμένοντας τη γυναίκα αυτή, που εκφράζει τη γνησιότερη εμπειρία της ζωής του, να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.
Σπανίως ο αναγνώστης αισθανεται όχι απλώς βαθύ οίκτο για έναν αποτυχημένο αλλά αγανάκτηση για μια κοινωνία που δηλητηριασμένη από τις ενοχές και τις τύψεις της οδηγεί τα γνησιότερα τέκνα της στον αυτοεξευτελισμό. Ο κλόουν όμως του Μπελ είναι και μια έμμεση αναφορά στον ανεξάρτητο δημιουργό που παραμένει συνεπής προς τον εαυτό του, αντικομφορμιστής και αθώος, πέραν του τραγικού και του κωμικού, στα έσχατα όρια όπου δοκιμάζονται και οι τελευταίες αντοχές του ανθρώπου.
Αφού η κοινωνία έχει χάσει τα τελευταία ψήγματα της αθωότητάς της, την έσχατη ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο θα την κρατήσουν ζωντανή άνθρωποι σαν τον Σνιρ, που δεν διστάζουν να πληρώσουν το αντίτιμο. Πρόκειται για τα μαύρα της πρόβατα, όσους διαλέγουν τη μοίρα - και την ελευθερία - του παρία. Γιατί το ανώτερο ηθικό επίπεδο είναι ακριβώς η έσχατη άρνηση, η ολοκληρωτική έξοδος από το σύστημα, η πτώση στο τελευταίο σκαλοπάτι.
οι απόψεις ενός κλόουν
(Ansichten eines Clowns)
μετφρ:τζένη Μαστοράκη
Γράμματα, 1986
Το θεωρώ αριστούργημα, και παραθέτω αυτα που έγραψε για το βιβλίο ο Α. Βιστωνίτης στο "Βήμα" στις 12/10/2003 , Σελ.: S02.
δεν θα μπορουσα να συμφωνω περισσότερο.
...Χάινριχ Μπελ, που μαζί με τον Γκύντερ Γκρας αποτελούν το μεγάλο δίδυμο της νεότερης γερμανικής πεζογραφίας. Μείζον μυθιστόρημα της αθωότητας και της ενοχής είναι Ο κλόουν (1963), που κατέχει κεντρικό ρόλο στην πεζογραφία του Μπελ.
Ο κλόουν Χανς Σνιρ είναι από τα αδρότερα πρόσωπα που μας έδωσε ο Μπελ - και από τους αφοπλιστικότερους αρνητικούς χαρακτήρες του μεταπολεμικού μυθιστορήματος. Γόνος εύπορης αστικής οικογενείας, αρνείται την τάξη του, τις παραδόσεις της, την υποκρισία, τον στρουθοκαμηλισμό, τις ενοχές και τις συλλογικές της ευθύνες για το χιτλερικό άγος. Διαλέγει τον ρόλο του παρείσακτου, αυτού που για να κατακτήσει την αθωότητα απορρίπτει όσα πλεονεκτήματα του προσφέρει η κοινωνία. Γίνεται κλόουν, ζει με τις νευρώσεις του, τις τραγικωμικές ευαισθησίες του, τις αρνήσεις του, που τον οδηγούν στη σωματική και στη συναισθηματική κατάπτωση, αρνούμενος κάθε συμβιβασμό και πληρώνοντας ακριβά το τίμημα της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητάς του. Πάνω στις «κοινωνικές» του αδυναμίες θεμελιώνεται το ηθικό του σθένος.
Υπερευαίσθητος σε βαθμό αυτοεξόντωσης, περνά τις ημέρες του τηλεφωνώντας δεξιά κι αριστερά και περιμένοντας να επιστρέψει κοντά του η γυναίκα με την οποία ζούσε, η οποία τον εγκατέλειψε γιατί δεν μπορούσε να αντέξει την αναποφασιστικότητά του και την άρνησή του τελικά να καταστεί οργανικό μέλος μιας κοινωνίας η οποία, παρά τη φαινομενική αισιοδοξία της, είναι βαθιά σημαδεμένη από τις συνέπειες του πολέμου. Η κοινωνία που απορρίπτει ο Σνιρ τον απορρίπτει και αυτή με τη σειρά της. Του στερεί ό,τι πολυτιμότερο για τον ίδιο: την αγάπη της γυναίκας που ως το τέλος του βιβλίου την περιμένει να γυρίσει κοντά του.
Οπως όλοι οι αθώοι, ο Σνιρ είναι κωμικός και αξιοθρήνητος, ένας εξ ορισμού αταίριαστος - γιατί μόνο έτσι μπορεί κανείς να παραμείνει συνεπής προς τον εαυτό του. Η κατάπτωσή του είναι ραγδαία. Ο κλόουν βαθιά μέσα του πιστεύει ότι η κατάντια του θα συγκινήσει τη γυναίκα που τον εγκατέλειψε και θα ξαναγυρίσει κοντά του. Απαλλαγμένος από προκαταλήψεις, από την ίδια την ιδέα του αυτοεξευτελισμού, τηλεφωνεί στους φίλους της και τους παρακαλεί να την πείσουν να επιστρέψει.
Δημιουργεί και ζει με διάφορες τρελές φαντασιώσεις. Ονειρεύεται ακόμη και την ίδια του την κηδεία, για να καταλήξει στο τέλος με την κιθάρα του στον σταθμό της Κολονίας περιμένοντας τη γυναίκα αυτή, που εκφράζει τη γνησιότερη εμπειρία της ζωής του, να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.
Σπανίως ο αναγνώστης αισθανεται όχι απλώς βαθύ οίκτο για έναν αποτυχημένο αλλά αγανάκτηση για μια κοινωνία που δηλητηριασμένη από τις ενοχές και τις τύψεις της οδηγεί τα γνησιότερα τέκνα της στον αυτοεξευτελισμό. Ο κλόουν όμως του Μπελ είναι και μια έμμεση αναφορά στον ανεξάρτητο δημιουργό που παραμένει συνεπής προς τον εαυτό του, αντικομφορμιστής και αθώος, πέραν του τραγικού και του κωμικού, στα έσχατα όρια όπου δοκιμάζονται και οι τελευταίες αντοχές του ανθρώπου.
Αφού η κοινωνία έχει χάσει τα τελευταία ψήγματα της αθωότητάς της, την έσχατη ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο θα την κρατήσουν ζωντανή άνθρωποι σαν τον Σνιρ, που δεν διστάζουν να πληρώσουν το αντίτιμο. Πρόκειται για τα μαύρα της πρόβατα, όσους διαλέγουν τη μοίρα - και την ελευθερία - του παρία. Γιατί το ανώτερο ηθικό επίπεδο είναι ακριβώς η έσχατη άρνηση, η ολοκληρωτική έξοδος από το σύστημα, η πτώση στο τελευταίο σκαλοπάτι.
αριστούργημα, ανακαλύψτε το.
bertolt brecht
Πέμπτη, Μαΐου 22
ερωτικό λεξικό της ελλάδας
Ζακ Λακαριέρ
ερωτικό λεξικό της Ελλάδας
(Dictionnaire amoureux de la Grece)
μετφρ:Χατζηνικολή, Ι. - Παπαδόπουλος, Χ.
Χατζηνικολής, 2002
Ενα ταξιδι σε πρόσωπα, τοπία, λέξεις..ολα συνδεδεμένα με την αγάπη του συγγραφέα για την ελλάδα. Ενα υπέροχο ταξίδι.
Ο ίδιος λέει, Ορκίστηκα, ενώπιον της σύναξης Ολυμπίων θεών και ορθοδόξων αγίων να μη γράψω ποτέ ξανά για την Ελλάδα. Αλλά γι' άλλη μια φορά υπέκυψα στη φωνή των σειρήνων εισβάλλοντας στον ωκεάνιο κόσμο των λεξικών. Όμως ο τίτλος είναι σαφής: "Ερωτικό Λεξικό". Ναι, είναι ο έρωτας ο έρωτας των λέξεων, των τόπων, των αντικειμένων, των ιδεών, των εικόνων, των ύμνων, των συγγραφέων, των φίλων και φιλενάδων θνητών, νυμφών και θεών που υπαγόρευσε την επιλογή των λημμάτων και του περιεχομένου τους.
ερωτικό λεξικό της Ελλάδας
(Dictionnaire amoureux de la Grece)
μετφρ:Χατζηνικολή, Ι. - Παπαδόπουλος, Χ.
Χατζηνικολής, 2002
Ενα ταξιδι σε πρόσωπα, τοπία, λέξεις..ολα συνδεδεμένα με την αγάπη του συγγραφέα για την ελλάδα. Ενα υπέροχο ταξίδι.
Ο ίδιος λέει, Ορκίστηκα, ενώπιον της σύναξης Ολυμπίων θεών και ορθοδόξων αγίων να μη γράψω ποτέ ξανά για την Ελλάδα. Αλλά γι' άλλη μια φορά υπέκυψα στη φωνή των σειρήνων εισβάλλοντας στον ωκεάνιο κόσμο των λεξικών. Όμως ο τίτλος είναι σαφής: "Ερωτικό Λεξικό". Ναι, είναι ο έρωτας ο έρωτας των λέξεων, των τόπων, των αντικειμένων, των ιδεών, των εικόνων, των ύμνων, των συγγραφέων, των φίλων και φιλενάδων θνητών, νυμφών και θεών που υπαγόρευσε την επιλογή των λημμάτων και του περιεχομένου τους.
Αμοργός
Αμοργός είναι το όνομα ενός νησιού των Κυκλάδων, διάσημου στην αρχαιότητα για τα ενδύματα που κατασκευάζονταν εκεί και πολύ αργότερα για τα πολυάριθμα κυκλαδικά ειδώλια από μάρμαρο. Ονειρευόμουν να πάω στην Αμοργό παρακινούμενος από τον παράξενο ήχο του ονόματός της. Όνειρο που το πραγματοποίησα το φθινόπωρο του 1958. Ταξίδι που έγινε ακόμα πιο ειδυλλιακό χάρη σε μία γοητευτική Ελληνίδα φοιτήτρια των Καλών Τεχνών που είχα γνωρίσει και με ακολούθησε. Και γνωρίσαμε λοιπόν ο ένας τον άλλον στις απόλυτα έρημες παραλίες του νησιού, περνώντας τις πιο όμορφες ερωτικές μας νύχτες κοντά σε μία σπηλιά που κατοικούσαν φώκιες και επιδίδονταν οπτικά ή μάλλον οπτικά σε ανάλογες νυχτερινές συνευρέσεις...
Έρως
Πώς ένα τέτοιο λεξικό θα απέκλειε τον θεό της ερωτικής επιθυμίας, της έλξης των φύλων, της συναισθηματικής δέσμευσης, με μία λέξη τον Έρωτα; Όταν τα άστρα και τα φώτα συναντώνται κι όταν αυτά χάνονται από τον ουρανό είναι ο Έρωτας. Όταν οι χυμοί ενός δένδρου ξεχύνονται την άνοιξη, είναι Έρωτας. Όταν δύο πλάσματα συναντώνται και σμίγουν για μία ώρα ή για μία ζωή, είναι πάντα ο Έρωτας. Πόσο θλιβερή θα ήταν η ύπαρξη χωρίς αυτόν. Μπορούμε να μην ανεβούμε στον ουρανό όπως έκανε ο Ίκαρος, αλλά δεν μπορούμε να ζήσουμε πλήρεις χωρίς τον Έρωτα...
Αμοργός είναι το όνομα ενός νησιού των Κυκλάδων, διάσημου στην αρχαιότητα για τα ενδύματα που κατασκευάζονταν εκεί και πολύ αργότερα για τα πολυάριθμα κυκλαδικά ειδώλια από μάρμαρο. Ονειρευόμουν να πάω στην Αμοργό παρακινούμενος από τον παράξενο ήχο του ονόματός της. Όνειρο που το πραγματοποίησα το φθινόπωρο του 1958. Ταξίδι που έγινε ακόμα πιο ειδυλλιακό χάρη σε μία γοητευτική Ελληνίδα φοιτήτρια των Καλών Τεχνών που είχα γνωρίσει και με ακολούθησε. Και γνωρίσαμε λοιπόν ο ένας τον άλλον στις απόλυτα έρημες παραλίες του νησιού, περνώντας τις πιο όμορφες ερωτικές μας νύχτες κοντά σε μία σπηλιά που κατοικούσαν φώκιες και επιδίδονταν οπτικά ή μάλλον οπτικά σε ανάλογες νυχτερινές συνευρέσεις...
Έρως
Πώς ένα τέτοιο λεξικό θα απέκλειε τον θεό της ερωτικής επιθυμίας, της έλξης των φύλων, της συναισθηματικής δέσμευσης, με μία λέξη τον Έρωτα; Όταν τα άστρα και τα φώτα συναντώνται κι όταν αυτά χάνονται από τον ουρανό είναι ο Έρωτας. Όταν οι χυμοί ενός δένδρου ξεχύνονται την άνοιξη, είναι Έρωτας. Όταν δύο πλάσματα συναντώνται και σμίγουν για μία ώρα ή για μία ζωή, είναι πάντα ο Έρωτας. Πόσο θλιβερή θα ήταν η ύπαρξη χωρίς αυτόν. Μπορούμε να μην ανεβούμε στον ουρανό όπως έκανε ο Ίκαρος, αλλά δεν μπορούμε να ζήσουμε πλήρεις χωρίς τον Έρωτα...
Δευτέρα, Μαΐου 19
πόνος και πάθος
Ροντα Ζαμι
Φρίντα Κάλο
(Frida Kahlo)
Λιβάνης, 1996
«Γεννήθηκα μαζί με μια επανάσταση.
Αυτό ας το μάθουν όλοι.
Γεννήθηκα μέσα στη φωτιά·
πρωτοείδα τον κόσμο μέσα στη θέρμη του ξεσηκωμού.
Εκείνη η καυτή μέρα θα με κρατάει πάντα μες στην αγκαλιά της.
Ως παιδί, εκπυρσοκρότητα.
Ως ενήλικος, πυρπολήθηκα.
Είμαι χωρίς αμφιβολία παιδί αυτής της επανάστασης και ενός γέρου θεού που λάτρευαν οι πρόγονοί μας
Γεννήθηκα το 1910. Ήταν καλοκαίρι. Μετά από λίγο, ο Εμιλιάνο Ζαπάτα, el Gran Insurrecto, θα ξεσήκωνε το Νότο.»
Ήμουν, λοιπόν, τυχερή: το 1910 ήταν η χρονολογία γέννησής μου.
Στο Παρίσι, το 1939, τη Φρίντα Κάλο περιστοίχισε πλήθος θαυμαστών, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πικάσο, ο Μπρετόν, ο Ντισάμπ, ο Καντίνσκι.Στη ζωή της, η γυναίκα και η ζωγράφος είναι αδιαχώριστες, οδηγούμενες από μια μοίρα που κυριαρχείται από τον πόνο και την αρρώστια.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα έγραψε σχετικά: «Η Φρίντα είναι το μοναδικό παράδειγμα στην ιστορία της τέχνης κάποιου που κατακερμάτισε το στήθος και την καρδιά του για να δείξει τη βιολογική αλήθεια όσων αισθάνεται».
[...] Με σκοπό να εκφράσει τις ιδέες και τα συναισθήματά της, η Φρίντα Κάλο ανέπτυξε μια προσωπική εικονογραφική γλώσσα, χρησιμοποιώντας δικό της λεξιλόγιο και δικό της εικαστικό συντακτικό. Χρησιμοποιούσε σύμβολα που, καθώς σήμερα έχουν αποκρυπτογραφηθεί, προσφέρουν τη δυνατότητα ουσιαστικής και ακριβούς ερμηνείας και κατανόησης του έργου της, όπως και των συνθηκών που επικρατούσαν κατά τη δημιουργία του. Το μήνυμα είναι σαφές: τα έργα της πρέπει να γίνονται αντιληπτά ως μεταφορικές συμπυκνώσεις συγκεκριμένων εμπειριών. Η πλούσια φαντασία που χαρακτηρίζει τα έργα της Κάλο προέρχεται πρώτα και κύρια από τη μεξικανική λαϊκή τέχνη και τον Προκολομβιανό πολιτισμό. Επίσης, άντλησε έμπνευση από το καλλιτεχνικό ύφος των retablos, αφιερωματικών πινάκων με θέμα χριστιανούς αγίους και μάρτυρες. Αναφερόταν σε παραδόσεις που, όσο σουρεαλιστικές και αν ακούγονται στους Ευρωπαίους, συνεχίζουν να ανθούν στην καθημερινή ζωή του Μεξικού ακόμη και σήμερα. [...]
«πόδια? τι να τα κάνω αφου έχω φτερά και μπορώ να πετάω?»
Η ιστορία μιας γυναίκας που με συγκλονίζει με τη ζωή, το έργο της, μα προπάντων για την ψυχή της. Πρεπει να την ανακαλύψεις.
{Μαγκνταλένα Κάρμεν Φρίντα Κάλο Καλντερόν (Frida Kahlo) - (1907-1954), ζωγράφος, γεννήθηκε στο Μεξικό}
Φρίντα Κάλο
(Frida Kahlo)
Λιβάνης, 1996
«Γεννήθηκα μαζί με μια επανάσταση.
Αυτό ας το μάθουν όλοι.
Γεννήθηκα μέσα στη φωτιά·
πρωτοείδα τον κόσμο μέσα στη θέρμη του ξεσηκωμού.
Εκείνη η καυτή μέρα θα με κρατάει πάντα μες στην αγκαλιά της.
Ως παιδί, εκπυρσοκρότητα.
Ως ενήλικος, πυρπολήθηκα.
Είμαι χωρίς αμφιβολία παιδί αυτής της επανάστασης και ενός γέρου θεού που λάτρευαν οι πρόγονοί μας
Γεννήθηκα το 1910. Ήταν καλοκαίρι. Μετά από λίγο, ο Εμιλιάνο Ζαπάτα, el Gran Insurrecto, θα ξεσήκωνε το Νότο.»
Ήμουν, λοιπόν, τυχερή: το 1910 ήταν η χρονολογία γέννησής μου.
Στο Παρίσι, το 1939, τη Φρίντα Κάλο περιστοίχισε πλήθος θαυμαστών, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πικάσο, ο Μπρετόν, ο Ντισάμπ, ο Καντίνσκι.Στη ζωή της, η γυναίκα και η ζωγράφος είναι αδιαχώριστες, οδηγούμενες από μια μοίρα που κυριαρχείται από τον πόνο και την αρρώστια.
Ο Ντιέγκο Ριβέρα έγραψε σχετικά: «Η Φρίντα είναι το μοναδικό παράδειγμα στην ιστορία της τέχνης κάποιου που κατακερμάτισε το στήθος και την καρδιά του για να δείξει τη βιολογική αλήθεια όσων αισθάνεται».
[...] Με σκοπό να εκφράσει τις ιδέες και τα συναισθήματά της, η Φρίντα Κάλο ανέπτυξε μια προσωπική εικονογραφική γλώσσα, χρησιμοποιώντας δικό της λεξιλόγιο και δικό της εικαστικό συντακτικό. Χρησιμοποιούσε σύμβολα που, καθώς σήμερα έχουν αποκρυπτογραφηθεί, προσφέρουν τη δυνατότητα ουσιαστικής και ακριβούς ερμηνείας και κατανόησης του έργου της, όπως και των συνθηκών που επικρατούσαν κατά τη δημιουργία του. Το μήνυμα είναι σαφές: τα έργα της πρέπει να γίνονται αντιληπτά ως μεταφορικές συμπυκνώσεις συγκεκριμένων εμπειριών. Η πλούσια φαντασία που χαρακτηρίζει τα έργα της Κάλο προέρχεται πρώτα και κύρια από τη μεξικανική λαϊκή τέχνη και τον Προκολομβιανό πολιτισμό. Επίσης, άντλησε έμπνευση από το καλλιτεχνικό ύφος των retablos, αφιερωματικών πινάκων με θέμα χριστιανούς αγίους και μάρτυρες. Αναφερόταν σε παραδόσεις που, όσο σουρεαλιστικές και αν ακούγονται στους Ευρωπαίους, συνεχίζουν να ανθούν στην καθημερινή ζωή του Μεξικού ακόμη και σήμερα. [...]
«πόδια? τι να τα κάνω αφου έχω φτερά και μπορώ να πετάω?»
Η ιστορία μιας γυναίκας που με συγκλονίζει με τη ζωή, το έργο της, μα προπάντων για την ψυχή της. Πρεπει να την ανακαλύψεις.
{Μαγκνταλένα Κάρμεν Φρίντα Κάλο Καλντερόν (Frida Kahlo) - (1907-1954), ζωγράφος, γεννήθηκε στο Μεξικό}
Τρίτη, Μαΐου 13
sylvia path
πρωινό τραγούδι
Η αγάπη σε κούρντισε σαν βαρύ χρυσό ρολόι.
Η μαμή χτύπησε τις πατούσες σου και η γυμνή κραυγή σου
Πήρε τη θέση της ανάμεσα στα στοιχεία.
Οι φωνές μας αντιλαλούν, μεγεθύνοντας τον ερχομό σου.
Καινούρ-γιο άγαλμα.
Σ' ένα παγερό μουσείο, η γύμνια σου
Σκιάζει την ασφάλειά μας.
Στεκόμαστε τριγύρω ανέκφραστοι σαντοίχοι.
Δεν είμαι περισσότερο μάνα σου
Από το σύννεφο που διυλίζει έναν καθρέφτη για να αντανακλά την ική του αργή
Εξαφάνιση στο χέρι του ανέμου.
Όλη νύχτα σαν πεταλουδίτσα η ανάσα σου
Πεταρίζει ανάμεσα στα λεία ροζ τριαντάφυλλα.
Ξυπνώ ν' αφουγ-κραστώ:
Μια μακρινή θάλασσα σαλεύει μες στο αυτί μου.
Μια κραυγή, και σκουντουφλώ απ' το κρεβάτι, βαρειά σαν γελάδακαι λουλουδιασμένη
Μες στο βικτωριανό μου νυχτικό.
Το στόμα σου ανοίγει καθαρό σαν του γατιού.
Το τετράγωνο του παραθύρου
Ξασπρίζει και καταπίνει τα θολά του αστέρια.
Και τώρα δοκι-μάζειςΜια φουχτίτσα νότες·
Τα ξεκάθαρα φωνήεντα υψώνονται σαν μπαλόνια.
{Sylvia Plath, 1932 - 1963. μεταφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου}
Η αγάπη σε κούρντισε σαν βαρύ χρυσό ρολόι.
Η μαμή χτύπησε τις πατούσες σου και η γυμνή κραυγή σου
Πήρε τη θέση της ανάμεσα στα στοιχεία.
Οι φωνές μας αντιλαλούν, μεγεθύνοντας τον ερχομό σου.
Καινούρ-γιο άγαλμα.
Σ' ένα παγερό μουσείο, η γύμνια σου
Σκιάζει την ασφάλειά μας.
Στεκόμαστε τριγύρω ανέκφραστοι σαντοίχοι.
Δεν είμαι περισσότερο μάνα σου
Από το σύννεφο που διυλίζει έναν καθρέφτη για να αντανακλά την ική του αργή
Εξαφάνιση στο χέρι του ανέμου.
Όλη νύχτα σαν πεταλουδίτσα η ανάσα σου
Πεταρίζει ανάμεσα στα λεία ροζ τριαντάφυλλα.
Ξυπνώ ν' αφουγ-κραστώ:
Μια μακρινή θάλασσα σαλεύει μες στο αυτί μου.
Μια κραυγή, και σκουντουφλώ απ' το κρεβάτι, βαρειά σαν γελάδακαι λουλουδιασμένη
Μες στο βικτωριανό μου νυχτικό.
Το στόμα σου ανοίγει καθαρό σαν του γατιού.
Το τετράγωνο του παραθύρου
Ξασπρίζει και καταπίνει τα θολά του αστέρια.
Και τώρα δοκι-μάζειςΜια φουχτίτσα νότες·
Τα ξεκάθαρα φωνήεντα υψώνονται σαν μπαλόνια.
{Sylvia Plath, 1932 - 1963. μεταφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου}
Δευτέρα, Μαΐου 12
με τα δικά μου γράμματα
Απαντώντας στην πρόσκληση του φιλου Nautilos παρουσιάζω κι εγώ ένα δικό μου χειρόγραφο :
Οι οδηγίες:
Αντιγράφω επίσης από το Ναυτιλο τους κανονισμούς του παιχνιδιού:
Οι οδηγίες:
1. Γράψε (με το χέρι )
2. Σκάναρε (ή φωτογράφισε… )
3. Πόσταρε.
4. Ειδοποίησε ! Απαραίτητα στο τέλος του ποστ γράψε: για το http://autographcollectors.blogspot.com/
(επίσης υπάρχει το λινκ και δεξια όπως κοιτατε την οθόνη στα αγαπημένα μας ΙδιογράφΩς)
5. Προσκάλεσε άλλους 5 ή και περισσότερους blogger να συμμετέχουν.
Προσκαλώ και εγω με τη σειρά μου τους:
Αποστόλη Αρτινό (LEXIMATA)
Δημήτρη Αθηνάκη
Πατριάρχη Φώτιο (ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ)
Προσκαλώ και εγω με τη σειρά μου τους:
Αποστόλη Αρτινό (LEXIMATA)
Δημήτρη Αθηνάκη
Πατριάρχη Φώτιο (ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ)
Roadartist
Zoulou (σχολικες περιπετειες σαλαμινας)
Akama
Zoulou (σχολικες περιπετειες σαλαμινας)
Akama
rainer maria rilke
Σβήσε τα μάτια μου
Σβήσε τα μάτια μου·
μπορώ να σε κοιτάζω,
τ' αυτιά μου σφράγισέ τα,
να σ' ακούω μπορώ.
Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να 'ρθω σ' εσένα,και δίχως στόμα, θα μπορώ να σε παρακαλώ.
Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,
σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.
Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώμε το κεφάλι.
Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη,
εγώ μέσα στο αίμα μου θα σ' έχω πάλι
{μτφρ. Κωστής Παλαμάς}
Σβήσε τα μάτια μου·
μπορώ να σε κοιτάζω,
τ' αυτιά μου σφράγισέ τα,
να σ' ακούω μπορώ.
Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να 'ρθω σ' εσένα,και δίχως στόμα, θα μπορώ να σε παρακαλώ.
Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,
σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.
Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώμε το κεφάλι.
Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη,
εγώ μέσα στο αίμα μου θα σ' έχω πάλι
{μτφρ. Κωστής Παλαμάς}
Παρασκευή, Μαΐου 9
ο κήπος με τις μουριές
Καίτη Οικονόμου
Ο κήπος με τις μουριές
Ωκεανίδα, 2006
Καθόμασταν με την Καίτη στο μικρο καφενιο της πλατείας και της ζήτησα να μου περιγράψει το βιβλίο. Την κοιτουσα με αγωνία όση ώρα μιλούσε περιμενα να ακουσω τη συνέχεια. Ήταν το πρώτο της βιβλίο (που γράφει, γιατι έχει μεταφράσει τοσα πολλά, κάποια από αυτά ειναι τα Χαρυ Πότερ) και συνεχώς ρωτουσα «και μετά?» . Εκείνη έλαμπε καθως μου το έλεγε, θυμάμαι χαρακτηριστικά που μου λεει «είχα σκεφτεί για τιτλο να βάλω η Γκαντέμω, αλλά δεν ακουγόταν όμορφα…»
Την Καιτούλα (την συγγραφέα) την ξέρω απο πάντα, την ξέρω πριν ακομα γεννηθω, παιδική φίλη της μαμας και πάντα έπερνα δυναμη απο εκείνη. Εχει τον τρόπο της. Ξερει να σε ανακουφιζει, να σε μαλώνει, να σε εμψυχώνει!
Το έχω διαβάσει καιρο το συγκεκριμένο βιβλίο και μολις σήμερα σκεφτηκα να γράψω για αυτο…Ένα βιβλίο σαν ταινία.
Να το διαβάσετε.
Ο κήπος με τις μουριές
Ωκεανίδα, 2006
Καθόμασταν με την Καίτη στο μικρο καφενιο της πλατείας και της ζήτησα να μου περιγράψει το βιβλίο. Την κοιτουσα με αγωνία όση ώρα μιλούσε περιμενα να ακουσω τη συνέχεια. Ήταν το πρώτο της βιβλίο (που γράφει, γιατι έχει μεταφράσει τοσα πολλά, κάποια από αυτά ειναι τα Χαρυ Πότερ) και συνεχώς ρωτουσα «και μετά?» . Εκείνη έλαμπε καθως μου το έλεγε, θυμάμαι χαρακτηριστικά που μου λεει «είχα σκεφτεί για τιτλο να βάλω η Γκαντέμω, αλλά δεν ακουγόταν όμορφα…»
Την Καιτούλα (την συγγραφέα) την ξέρω απο πάντα, την ξέρω πριν ακομα γεννηθω, παιδική φίλη της μαμας και πάντα έπερνα δυναμη απο εκείνη. Εχει τον τρόπο της. Ξερει να σε ανακουφιζει, να σε μαλώνει, να σε εμψυχώνει!
Το έχω διαβάσει καιρο το συγκεκριμένο βιβλίο και μολις σήμερα σκεφτηκα να γράψω για αυτο…Ένα βιβλίο σαν ταινία.
Να το διαβάσετε.
θα σε ξεχνάω κάθε μέρα
Βασίλης Αλεξάκης
θα σε ξεχνάω κάθε μέρα
Εξάντας, 2005
Κάποιο μεσημέρι που έτρωγα μόνος μου στον Δημόκριτο, ένα εστιατόριο κοντά στο διαμέρισμά μου στην Αθήνα, εμφανίστηκες στην είσοδο του μαγαζιού και έριξες μια προσεκτική ματιά γύρω σου. Είχα τελειώσει το φαγητό μου και διάβαζα την εφημερίδα. Το βλέμμα σου με προσπέρασε όπως προσπέρασε και τους άλλους θαμώνες. Προσπάθησα να μετριάσω την απογοήτευσή μου. Συλλογίστηκα ότι είχαμε δώδεκα χρόνια να ιδωθούμε. Αναλογίστηκα όλες τις αλλαγές που είχε υποστεί στο διάστημα αυτό το πρόσωπό μου...Ατένισες για δεύτερη φορά την πελατεία. Με κοίταξες ξανά, πίστεψα ότι ήσουν έτοιμη να στραφείς στο διπλανό τραπέζι, αλλά το βλέμμα σου έμεινε επιτέλους σ' εμένα. Έκανες μερικά διστακτικά βήματα προς το μέρος μου. Σηκώθηκα για να σε υποδεχτώ.-Όπως βλέπεις, πήρα μερικά κιλά, σου είπα όσο πιο πρόσχαρα μπορούσα.Εσύ, που πάντα με έβρισκες υπερβολικά αδύνατο, που έκρινες ελλιπή τη διατροφή μου, μου απάντησες κάπως ξερά:-Το βλέπω.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
το διαβάσα, μου άρεσε και με συγκίνησε, πολύ!
θα σε ξεχνάω κάθε μέρα
Εξάντας, 2005
Κάποιο μεσημέρι που έτρωγα μόνος μου στον Δημόκριτο, ένα εστιατόριο κοντά στο διαμέρισμά μου στην Αθήνα, εμφανίστηκες στην είσοδο του μαγαζιού και έριξες μια προσεκτική ματιά γύρω σου. Είχα τελειώσει το φαγητό μου και διάβαζα την εφημερίδα. Το βλέμμα σου με προσπέρασε όπως προσπέρασε και τους άλλους θαμώνες. Προσπάθησα να μετριάσω την απογοήτευσή μου. Συλλογίστηκα ότι είχαμε δώδεκα χρόνια να ιδωθούμε. Αναλογίστηκα όλες τις αλλαγές που είχε υποστεί στο διάστημα αυτό το πρόσωπό μου...Ατένισες για δεύτερη φορά την πελατεία. Με κοίταξες ξανά, πίστεψα ότι ήσουν έτοιμη να στραφείς στο διπλανό τραπέζι, αλλά το βλέμμα σου έμεινε επιτέλους σ' εμένα. Έκανες μερικά διστακτικά βήματα προς το μέρος μου. Σηκώθηκα για να σε υποδεχτώ.-Όπως βλέπεις, πήρα μερικά κιλά, σου είπα όσο πιο πρόσχαρα μπορούσα.Εσύ, που πάντα με έβρισκες υπερβολικά αδύνατο, που έκρινες ελλιπή τη διατροφή μου, μου απάντησες κάπως ξερά:-Το βλέπω.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
το διαβάσα, μου άρεσε και με συγκίνησε, πολύ!
yvan goll
Μαλαισιανά τραγούδια
XVII
Είμαι το ρυάκι σου
που μέθυσε με δυόσμο
Σκύψε πάνω μου
για να σου μοιάσω
Κολύμπησε μέσα μου
να νιώσεις πως τρέμω
Φάε τα ψάρια μου
να μ’ αφανίσεις
Πιες με
να με στερέψεις
Αγάπησέ με
Θα σε συντρέξω να πνιγείς
XX
Στο φιλί σου πιο βαθύ κι απ’ το θάνατο
νιώθω τη λύσσα σου να ξαναμπείς στη γη
να γυρίσεις πίσω στο χάος σου
Λιώνεις
χάνεσαι
σύννεφο πέφτεις
ποτάμι τρέχεις στη θάλασσά σου
Κι σάρκα μου σε δέχεται σαν ένα μνήμα
XXV
Σκεπάστηκα με εφτά πέπλα
για να με ξεσκεπάσεις
εφτά φορές
Μυρώθηκα μ’ εφτά μύρα
για να με μυρίσεις
εφτά φορές
Σου είπα εφτά ψέματα
για να με αφανίσεις
εφτά φορές
Όταν ζυγώνεις η νύχτα όλη ανατριχιάζει
οι τοίχοι σαλεύουν
το γιασεμί μυρίζει πιο δυνατά
η θάλασσα ανασαίνει πιο γρήγορα
κι άνεμος ανάστατος
σιάζει τα μαλλιά μου
όπως σ' αρέσουν
{Ιβάν Γκόλ 1891-1950, Chansons Malaises, μετάφραση: Ε. Χ. Γονατάς}
XVII
Είμαι το ρυάκι σου
που μέθυσε με δυόσμο
Σκύψε πάνω μου
για να σου μοιάσω
Κολύμπησε μέσα μου
να νιώσεις πως τρέμω
Φάε τα ψάρια μου
να μ’ αφανίσεις
Πιες με
να με στερέψεις
Αγάπησέ με
Θα σε συντρέξω να πνιγείς
XX
Στο φιλί σου πιο βαθύ κι απ’ το θάνατο
νιώθω τη λύσσα σου να ξαναμπείς στη γη
να γυρίσεις πίσω στο χάος σου
Λιώνεις
χάνεσαι
σύννεφο πέφτεις
ποτάμι τρέχεις στη θάλασσά σου
Κι σάρκα μου σε δέχεται σαν ένα μνήμα
XXV
Σκεπάστηκα με εφτά πέπλα
για να με ξεσκεπάσεις
εφτά φορές
Μυρώθηκα μ’ εφτά μύρα
για να με μυρίσεις
εφτά φορές
Σου είπα εφτά ψέματα
για να με αφανίσεις
εφτά φορές
Όταν ζυγώνεις η νύχτα όλη ανατριχιάζει
οι τοίχοι σαλεύουν
το γιασεμί μυρίζει πιο δυνατά
η θάλασσα ανασαίνει πιο γρήγορα
κι άνεμος ανάστατος
σιάζει τα μαλλιά μου
όπως σ' αρέσουν
{Ιβάν Γκόλ 1891-1950, Chansons Malaises, μετάφραση: Ε. Χ. Γονατάς}
Δευτέρα, Μαΐου 5
το δέντρο που έδινε
Σελ Σίλβερσταίν
Το Δέντρο που έδινε
(The giving Tree)
Δωρικός, 1998
Το Δέντρο που έδινε
(The giving Tree)
Δωρικός, 1998
Μια φορά ήταν ένα δέντρο που αγαπούσε ένα μικρό αγόρι.
Και κάθε μέρα το αγόρι θα ερχόταν και θα μάζευε τα φύλλα του και θα έφτιαχνε στέμματα παίζοντας τον βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε στον κορμό του και τραμπαλιζόταν στα κλαδιά του και έτρωγε τα μήλα του.
Και έπαιζαν κρυφτό.
Κι όταν κουραζόταν το αγόρι πλάγιαζε στη σκιά του δέντρου.
Και το αγόρι αγαπούσε το δέντρο πάρα πολύ.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Μα ο χρόνος περνούσε.
Και το αγόρι μεγάλωσε.
Και το δέντρο έμενε συχνά μόνο του.
Τότε μια μέρα το αγόρι ήρθε στο δέντρο και το δέντρο είπε
"έλα, Αγόρι, έλα και σκαρφάλωσε στον κορμό μου, κάνε κούνια στα κλαδιά μου και φάε τα μήλα μου και παίξε στον ίσκιο μου και γίνε ευτυχισμένο."
"Είμαι πολύ μεγάλο για να σκαρφαλώνω και να παίζω", απάντησε το αγόρι."Θέλω να αγοράζω πράγματα και να περνάω καλά. Θα ήθελα κάποια χρήματα.
Μπορείς να μου δώσεις μερικά;"
"Λυπάμαι", είπε το δέντρο, "αλλά δεν έχω χρήματα. Μόνο φύλλα και μήλα έχω.
Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη.
Έτσι θα κερδίσεις χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένο."
Και το αγόρι σκαρφάλωσε στο δέντρο και αφού μάζεψε τα μήλα του τα πήρε μαζί του.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά το αγόρι έμεινε μακριά από το δέντρο για πολύ καιρό...
και το δέντρο ήταν δυστυχισμένο.
Και τότε, μια μέρα, το αγόρι ήρθε πάλι πίσω και το δέντρο τραντάχτηκε από τη χαρά του και είπε "έλα, Αγόρι, σκαρφάλωσε στον κορμό μου και τραμπαλίσου στα κλαδιά μου και γίνε ευτυχισμένο."
"Έχω πολλές δουλειές για να σκαρφαλώνω σε δέντρα", είπε το αγόρι.
"Θέλω ένα σπίτι για να με ζεσταίνει", είπε."Θέλω μια γυναίκα και θέλω και παιδιά, γι' αυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. Μπορείς εσύ να μου δώσεις ένα σπίτι;"
"Δεν έχω σπίτι να σου δώσω", απάντησε το δέντρο."Το δάσος είναι το σπίτι μου, αλλά μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα είσαι ευτυχισμένος."
Και έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά του δέντρου και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά το αγόρι έλειψε για πολύ καιρό.
Και όταν επέστρεψε,το δέντρο ήταν τόσο ευτυχισμένο που μόλις που μπορούσε να μιλήσει."
Έλα, Αγόρι, έλα και παίξε."
"Είμαι πολύ γέρος και θλιμμένος για να παίξω", είπε το αγόρι.
"Θέλω μια βάρκα που να με πάει κάπου πολύ μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;""Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα" είπε το δέντρο. "Τότε θα μπορέσεις να ταξιδέψεις και να είσαι ευτυχισμένο."Τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό του δέντρου και έφτιαξε μια βάρκα και ταξίδεψε μακριά.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο....αλλά όχι αληθινά.
Μετά από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε."Λυπάμαι, Αγόρι, αλλά δεν έχω πια τίποτα να σου δώσω. Τα μήλα μου τέλειωσαν.""Τα δόντια μου είναι πολύ αδύναμα πια για μήλα", απάντησε το αγόρι."Τα κλαδιά μου κόπηκαν. Δε μπορείς να κάνεις κούνια σ' αυτά", είπε το δέντρο."Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια", είπε το αγόρι.
"Ο κορμός μου κόπηκε", είπε το δέντρο, "δε μπορείς να σκαρφαλώσεις"
"Είμαι πολύ κουρασμένος για να σκαρφαλώνω" , είπε το αγόρι."Λυπάμαι", απάντησε το δέντρο, "μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι.
Αλλά δε μου έχει μείνει πια τίποτα.
Είμαι μόνο ένα γερασμένο κούτσουρο.
Λυπάμαι..."
"Δε χρειάζομαι πολλά πια", είπε το αγόρι, "μόνο ένα ήσυχο μέρος να καθήσω και να ξεκουραστώ. Είμαι πολύ κουρασμένος.""Τότε" είπε το δέντρο ισιώνοντας όσο μπορούσε τον κορμό του, "ένα παλιό κούτσουρο είναι ένα καλό μέρος να καθήσεις και να ξεκουραστείς.
Έλα, Αγόρι, κάθισε. Κάθισε και ξεκουράσου."
Και το αγόρι κάθησε και ξεκουράστηκε.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
για όσους ξέρουν να δίνουν, στον Άντρεα και τη Βάλια. .
Τετάρτη, Απριλίου 30
lawrence ferlinghetti
Ο κόσμος είναι ωραίο μέρος για να γεννηθείτε
Ο κόσμος είναι ωραίο μέρος
για να γεννηθείτε
αν δεν σας νοιάζει που η ευτυχία δεν είναι πάντα
και τόσο διασκεδαστική
αν δεν σας νοιάζει μια δόση κόλασης
που και που όταν όλα πάνε καλά γιατί ακόμα και στον παράδεισο δεν τραγουδούν όλη την ώρα
Ο κόσμος είναι ωραίο μέρος για να γεννηθείτε
αν δεν σας νοιάζει που μερικοί άνθρωποι
πεθαίνουν όλη την ώρα
ή έστω απλώς λιμοκτονούν
κάποιες ώρες στο κάτω κάτω δεν πειράζει αφού δεν είστε εσείς
Α, ο κόσμος είναι ωραίο μέρος για να γεννηθείτε
αν δεν σας πολυνοιάζουν λίγα ψόφια μυαλά στις ψηλότερες θέσεις ή
μια δυο βόμβες που και που στα ανεστραμμένα σας πρόσωπα
ή άλλες τέτοιες απρέπειες απ’ τις οποίες
μαστίζεται η κοινωνία μας με τους διακεκριμένους άνδρες της
και τους κληρικούς της και τους λοιπούς αστυφύλακες
και τις διάφορες φυλετικές διακρίσεις της
και τις κοινοβουλευτικές ανακρίσεις της
και τις άλλες δυσκοιλιότητες που η τρελή μας σάρκα θα κληρονομήσει
Ναι ο κόσμος είναι το καλύτερο μέρος
για ένα σωρό πράγματα
όπως το να κάνεις κουταμάρες
και να κάνεις έρωτα
και να είσαι λυπημένος
και να τραγουδάς φτηνά τραγούδια
και να έχεις εμπνεύσεις
μετάφραση: Ρούμπη Θεοφανοπούλου
Ο κόσμος είναι ωραίο μέρος
για να γεννηθείτε
αν δεν σας νοιάζει που η ευτυχία δεν είναι πάντα
και τόσο διασκεδαστική
αν δεν σας νοιάζει μια δόση κόλασης
που και που όταν όλα πάνε καλά γιατί ακόμα και στον παράδεισο δεν τραγουδούν όλη την ώρα
Ο κόσμος είναι ωραίο μέρος για να γεννηθείτε
αν δεν σας νοιάζει που μερικοί άνθρωποι
πεθαίνουν όλη την ώρα
ή έστω απλώς λιμοκτονούν
κάποιες ώρες στο κάτω κάτω δεν πειράζει αφού δεν είστε εσείς
Α, ο κόσμος είναι ωραίο μέρος για να γεννηθείτε
αν δεν σας πολυνοιάζουν λίγα ψόφια μυαλά στις ψηλότερες θέσεις ή
μια δυο βόμβες που και που στα ανεστραμμένα σας πρόσωπα
ή άλλες τέτοιες απρέπειες απ’ τις οποίες
μαστίζεται η κοινωνία μας με τους διακεκριμένους άνδρες της
και τους κληρικούς της και τους λοιπούς αστυφύλακες
και τις διάφορες φυλετικές διακρίσεις της
και τις κοινοβουλευτικές ανακρίσεις της
και τις άλλες δυσκοιλιότητες που η τρελή μας σάρκα θα κληρονομήσει
Ναι ο κόσμος είναι το καλύτερο μέρος
για ένα σωρό πράγματα
όπως το να κάνεις κουταμάρες
και να κάνεις έρωτα
και να είσαι λυπημένος
και να τραγουδάς φτηνά τραγούδια
και να έχεις εμπνεύσεις
μετάφραση: Ρούμπη Θεοφανοπούλου
τον "ανακάλυψα" πρόσφατα! και σας τον εκθέτω..
vittorio sereni
Η μνήμη μου μέσα σου
Η μνήμη σου μέσα μου είναι μόνον
ένας ανάλαφρος θόρυβος από ποδήλατα
που ήσυχα πηγαίνουν εκεί όπου
το ύψος του απομεσήμερου κατηφορίζει
στο πιο φλογερό σούρουπο
ανάμεσα σε κιγκλιδώματα και σπίτια
και κατωφέρειες γεμάτες στεναγμούς
από παράθυρα ξανανοιγμένα στο καλοκαίρι.
Του εαυτού μου επιμένει μόνον
ένα μακρινό κλάμα από τρένα,
ψυχών που απομακρύνονται.
Κι εκεί πανάλαφρη πετάς,
χάνεσαι μες στο βράδυ.
{vittorio sereni, 1913 - 1983, μετάφραση: Σωτήρης Παστάκας}
Η μνήμη σου μέσα μου είναι μόνον
ένας ανάλαφρος θόρυβος από ποδήλατα
που ήσυχα πηγαίνουν εκεί όπου
το ύψος του απομεσήμερου κατηφορίζει
στο πιο φλογερό σούρουπο
ανάμεσα σε κιγκλιδώματα και σπίτια
και κατωφέρειες γεμάτες στεναγμούς
από παράθυρα ξανανοιγμένα στο καλοκαίρι.
Του εαυτού μου επιμένει μόνον
ένα μακρινό κλάμα από τρένα,
ψυχών που απομακρύνονται.
Κι εκεί πανάλαφρη πετάς,
χάνεσαι μες στο βράδυ.
{vittorio sereni, 1913 - 1983, μετάφραση: Σωτήρης Παστάκας}
Τρίτη, Απριλίου 29
βίος ιδεόληπτος
Αποστόλης Αρτινός
Βίος Ιδεοληπτος
Σμίλη, 1998
Καθώς διάβαζα είχα ένα μελαγχολκό χαμόγελο, συνέχεια.
Δεν μπορώ να πω τιποτα αλλο απο το να παραθέσω (όπως κανω με όποιο βιβλίο θαυμάζω) κάποια σημεία που υπογράμισα διάβαζοντας.
Και είδα αμέσως γύρω μας
πώς τα διάφορα αισθηματι-
κά αντικείμενα δέν ήταν πια
στή θέση τους.
Andre Breton
Γιατί μόνο ό,τι καθρεπτίζεται στη μοναξιά υπάρχει.
Η ευτυχία εδώ αναπνέει ένοχο αέρα. Η γραμμή της ζωής γίνεται χαντάκι για τη ροή της καρδιάς.
..με τα λόγια φθείρονται τα αισθήματα...
Μερικές φορές τα αισθηματα της ψυχής συνιστουν και τις μοναδικες περιπέτειες στη ζωή του ανθρώπου. Ιδαίτερα όταν αυτά δοκιμάζονται απο απουσίες και χίμαιρες θαλασσινές.
Και οι τοίχοι, μονο το χρώμα τους σταλλάζουν, όχι την προστασία τους.
Ο θάνατος δυσλεκτικός μπροστά στη μνήμη.
Μη φοβηθεις ποτέ ξανά για όσα ζήσαμε.
Ήρθες πάλι με όνειρα και με μια ζέστη στο στήθος.
Να σηκωθώ είπα.
Ν' αρχισω τις δουλειες της μέρας
μήπως ξεχαστώ.
Μερικές φορές ακόμα και οι λέξεις βγαινουν νεκρές μετα απο μια ερημική οδοιπορία.
Νύχτωσε πάλι
Με τόσες λέξεις.
LEXIMATA
Δεν θα γράψω τιποτα αλλο, επίτηδες, το είχα έτσι κι' αλλιώς σχεδον ολόκληρο υπογραμισει.
Βίος Ιδεοληπτος
Σμίλη, 1998
Καθώς διάβαζα είχα ένα μελαγχολκό χαμόγελο, συνέχεια.
Δεν μπορώ να πω τιποτα αλλο απο το να παραθέσω (όπως κανω με όποιο βιβλίο θαυμάζω) κάποια σημεία που υπογράμισα διάβαζοντας.
Και είδα αμέσως γύρω μας
πώς τα διάφορα αισθηματι-
κά αντικείμενα δέν ήταν πια
στή θέση τους.
Andre Breton
Γιατί μόνο ό,τι καθρεπτίζεται στη μοναξιά υπάρχει.
Η ευτυχία εδώ αναπνέει ένοχο αέρα. Η γραμμή της ζωής γίνεται χαντάκι για τη ροή της καρδιάς.
..με τα λόγια φθείρονται τα αισθήματα...
Μερικές φορές τα αισθηματα της ψυχής συνιστουν και τις μοναδικες περιπέτειες στη ζωή του ανθρώπου. Ιδαίτερα όταν αυτά δοκιμάζονται απο απουσίες και χίμαιρες θαλασσινές.
Και οι τοίχοι, μονο το χρώμα τους σταλλάζουν, όχι την προστασία τους.
Ο θάνατος δυσλεκτικός μπροστά στη μνήμη.
Μη φοβηθεις ποτέ ξανά για όσα ζήσαμε.
Ήρθες πάλι με όνειρα και με μια ζέστη στο στήθος.
Να σηκωθώ είπα.
Ν' αρχισω τις δουλειες της μέρας
μήπως ξεχαστώ.
Μερικές φορές ακόμα και οι λέξεις βγαινουν νεκρές μετα απο μια ερημική οδοιπορία.
Νύχτωσε πάλι
Με τόσες λέξεις.
LEXIMATA
Δεν θα γράψω τιποτα αλλο, επίτηδες, το είχα έτσι κι' αλλιώς σχεδον ολόκληρο υπογραμισει.
Πέμπτη, Απριλίου 24
william carlos williams
Τετάρτη, Απριλίου 23
william blake
Παροιμίες της κόλασης
Ο δρόμος της υπερβολής οδηγεί στο παλάτι της Σοφίας.
Η σύνεση είναι μια πλούσια, άσχημη γριά γυναίκα που φλερτάρει με την ανικανότητα.
Εκείνος που επιθυμεί αλλά δεν πράττει, σπέρνει λοιμούς.
Βύθισε στο ποτάμι εκείνον που αγαπά το νερό.
Ο ηλίθιος δεν βλέπει το ίδιο δέντρο που βλέπει ο σοφός
Κανένα πουλί δεν πετάει πολύ ψηλα, αν πετάει με τα δικά του φτερά.
Το νεκρό σώμα δεν μπορεί να τραυματιστεί.
Εάν ο τρελός επέμενε στην τρέλα του θα γινόταν σοφός.
Οι φυλακές χτίζονται με τις πέτρες του νόμου, Τα μπουρδέλα με τούβλα της θρησκείας.
Η περηφάνια του παγονιού είναι η δόξα του θεού.
Η λαγνεία της κατσίκας είναι η γενναιοδωρία του Θεού.
Η οργή του λιονταριού είναι η σοφία του Θεού.
Η γύμνια της γυναίκας είναι το έργο του Θεού.
Οι χαρές γονιμοποιούν, οι Θλίψεις γεννούν.
Το πουλί τη φωλιά, η αράχνη τον ιστό, ο άνθρωπος τη φιλία.
Το ποντίκι, ο αρουραίος, η αλεπού, το κουνέλι βλέπουν Μονό τις ρίζες, το λιοντάρι, η τίγρης, το άλογο, ο ελέφαντας βλέπουν τους καρπούς.
Η αλεπού προνοεί για τον ευατό της, αλλά ο Θεός προνοεί για το λιοτάρι.
Μια σκέψη γεμίζει το άπειρο.
Το πρωί να σκέφτεσαι, το μεσημέρι να πράττεις, το απόγευμα τα τρως και το βράδυ να κοιμάσαι
Αυτός που σε έκανε να υποφέρεις, σε ξέρει καλά.
Να περιμένεις δηλητήριο απο το στάσιμο νερό.
Άκου προσεκτικά τις κατηγορίες του τρελού! Είναι βασιλικός τίτλος.
Λέγε πάντα ελεύθερα τη γνώμη σου και ο τιποτένιος θα σε αποφεύγει.
Για να γεννηθεί ένα αγριολούλουδο χρειάζεται τοκετός αιώνων
{επιλογές απο της παροιμίες της Κόλασης απο το "Οι γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης"}
Ο δρόμος της υπερβολής οδηγεί στο παλάτι της Σοφίας.
Η σύνεση είναι μια πλούσια, άσχημη γριά γυναίκα που φλερτάρει με την ανικανότητα.
Εκείνος που επιθυμεί αλλά δεν πράττει, σπέρνει λοιμούς.
Βύθισε στο ποτάμι εκείνον που αγαπά το νερό.
Ο ηλίθιος δεν βλέπει το ίδιο δέντρο που βλέπει ο σοφός
Κανένα πουλί δεν πετάει πολύ ψηλα, αν πετάει με τα δικά του φτερά.
Το νεκρό σώμα δεν μπορεί να τραυματιστεί.
Εάν ο τρελός επέμενε στην τρέλα του θα γινόταν σοφός.
Οι φυλακές χτίζονται με τις πέτρες του νόμου, Τα μπουρδέλα με τούβλα της θρησκείας.
Η περηφάνια του παγονιού είναι η δόξα του θεού.
Η λαγνεία της κατσίκας είναι η γενναιοδωρία του Θεού.
Η οργή του λιονταριού είναι η σοφία του Θεού.
Η γύμνια της γυναίκας είναι το έργο του Θεού.
Οι χαρές γονιμοποιούν, οι Θλίψεις γεννούν.
Το πουλί τη φωλιά, η αράχνη τον ιστό, ο άνθρωπος τη φιλία.
Το ποντίκι, ο αρουραίος, η αλεπού, το κουνέλι βλέπουν Μονό τις ρίζες, το λιοντάρι, η τίγρης, το άλογο, ο ελέφαντας βλέπουν τους καρπούς.
Η αλεπού προνοεί για τον ευατό της, αλλά ο Θεός προνοεί για το λιοτάρι.
Μια σκέψη γεμίζει το άπειρο.
Το πρωί να σκέφτεσαι, το μεσημέρι να πράττεις, το απόγευμα τα τρως και το βράδυ να κοιμάσαι
Αυτός που σε έκανε να υποφέρεις, σε ξέρει καλά.
Να περιμένεις δηλητήριο απο το στάσιμο νερό.
Άκου προσεκτικά τις κατηγορίες του τρελού! Είναι βασιλικός τίτλος.
Λέγε πάντα ελεύθερα τη γνώμη σου και ο τιποτένιος θα σε αποφεύγει.
Για να γεννηθεί ένα αγριολούλουδο χρειάζεται τοκετός αιώνων
{επιλογές απο της παροιμίες της Κόλασης απο το "Οι γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης"}
Τρίτη, Απριλίου 22
μεταμόρφωση
Φρανς Κάφκα
Μεταμόρφωση
(DIE VERWANDLUNG)
Μετφρ: Δημήτρης Δήμου
Ροές, 2001
Γιατί εμείς οι άνθρωποι δυσκολευόμαστε και τις περισσότερες φορές αρνούμαστε να δούμε και κλείνουμε την πόρτα στο διαφορετικό?
Γιατί δεν μπορούμε να κοιτάξουμε πέρα από την εικόνα, να δούμε την ουσία?
Ο Γκρεγκορ Σάμσα, ένα πρωί σηκώθηκε από τον ύπνο του, και άρχισε να μεταμορφώνεται σ’ ένα γιγάντιο σκαθάρι.
Ήταν ο αυτός ο ίδιος, μονάχα που είχε αλλάξει η μορφή του. Γιατί κανείς δεν μπορούσε να δει πέρα από το απαίσιο σκαθάρι που είχε μεταμορφωθεί? Η ίδια του η οικογένεια, οι γονείς του, δεν αναγνώριζαν το παιδί τους, η αδερφή του δεν αναγνώριζε το κατά τ’ άλλα αγαπημένο της αδερφό
Ξαφνικά βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν ένα άγνωστο «τέρας» που δεν ήταν άλλο από τον Γκρεγκορ Σάμσα. Και όταν πεθαίνει απλά τον κοιτάζουν, σαν ένα ενοχλητικό και απαίσιο ζωύφιο που ξεφορτώθηκαν Πόσο τραγικό, να κείτεται εκεί, νεκρός, μόνος.
Το ιδιο συμβαίνει καθημερινά, σε πολλά σπίτια αντιμετωπίζουμε το ίδιο με τον Γρεγκορ Σαμσα. Όταν αλλάζουμε δεν μας δέχονται, όταν βλέπουν ότι είμαστε κάτι άλλο απ’ ότι θέλουν εκείνοι μας απορρίπτουν, μας διώχνουν. Ομως είμαστε εμείς, οι ίδιοι.
Πότε επιτέλους θα σταματήσουμε να βλέπουμε μόνο την εικόνα. Ένα βιβλίο γροθιά στο στομάχι, που φωνάζει. Φωνάζει να ανοίξουμε τα μάτια μας. Επιτέλους.
{το εξώφυλλο ειναι απο την πρωτη έκδοση του βιβλιου, 1915}
Μεταμόρφωση
(DIE VERWANDLUNG)
Μετφρ: Δημήτρης Δήμου
Ροές, 2001
Γιατί εμείς οι άνθρωποι δυσκολευόμαστε και τις περισσότερες φορές αρνούμαστε να δούμε και κλείνουμε την πόρτα στο διαφορετικό?
Γιατί δεν μπορούμε να κοιτάξουμε πέρα από την εικόνα, να δούμε την ουσία?
Ο Γκρεγκορ Σάμσα, ένα πρωί σηκώθηκε από τον ύπνο του, και άρχισε να μεταμορφώνεται σ’ ένα γιγάντιο σκαθάρι.
Ήταν ο αυτός ο ίδιος, μονάχα που είχε αλλάξει η μορφή του. Γιατί κανείς δεν μπορούσε να δει πέρα από το απαίσιο σκαθάρι που είχε μεταμορφωθεί? Η ίδια του η οικογένεια, οι γονείς του, δεν αναγνώριζαν το παιδί τους, η αδερφή του δεν αναγνώριζε το κατά τ’ άλλα αγαπημένο της αδερφό
Ξαφνικά βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν ένα άγνωστο «τέρας» που δεν ήταν άλλο από τον Γκρεγκορ Σάμσα. Και όταν πεθαίνει απλά τον κοιτάζουν, σαν ένα ενοχλητικό και απαίσιο ζωύφιο που ξεφορτώθηκαν Πόσο τραγικό, να κείτεται εκεί, νεκρός, μόνος.
Το ιδιο συμβαίνει καθημερινά, σε πολλά σπίτια αντιμετωπίζουμε το ίδιο με τον Γρεγκορ Σαμσα. Όταν αλλάζουμε δεν μας δέχονται, όταν βλέπουν ότι είμαστε κάτι άλλο απ’ ότι θέλουν εκείνοι μας απορρίπτουν, μας διώχνουν. Ομως είμαστε εμείς, οι ίδιοι.
Πότε επιτέλους θα σταματήσουμε να βλέπουμε μόνο την εικόνα. Ένα βιβλίο γροθιά στο στομάχι, που φωνάζει. Φωνάζει να ανοίξουμε τα μάτια μας. Επιτέλους.
{το εξώφυλλο ειναι απο την πρωτη έκδοση του βιβλιου, 1915}
Δευτέρα, Απριλίου 21
η ιστορία του ματιού
Ζωρζ Μπατάιγ
Η Ιστορία του Ματιού
(Histoire de l’œil)
Μεταφρ. Δημήτρης Δημητριάδης
Αγρα, 1995
"Θα ήταν σοβαρό ατόπημα του μεταφραστή της Ιστορίας του ματιού το να επιχειρήσει να καθοδηγήσει προκαταβολικά ή ακόμα και να προετοιμάσει με κάποιο τρόπο τον αναγνώστη της. Αλλά θα ήταν σοβαρή παράλειψη και του αναγνώστη το να διαβάσει την «Ιστορία του ματιού» απροετοίμαστος, αγνοώντας δηλαδή ποιος είναι αυτός που την έγραψε και μέσα σε ποια πλαίσια ενός πολύ, απρόβλεπτα, ευρύτερου και πολυδιάστατου έργου εντάσσεται, λειτουργεί και αξιολογείται" γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου ο μεταφραστής Δημητρης Δημητριαδης
Ενα βιβλίο γραμμένο απο τον Γάλλο «αιρετικό» Ζωρζ Μπατάιγ. Όχι δεν απευθύνεται σε ηδονοβλεψίες αλλά σε ανθρώπους που τα μάτια τους είναι ο καθρέφτης της ψυχής τους, που δεν ντρέπονται να τα ανοίξουν για να δουν την αλήθεια. Για εκείνους που δεν λογοκρίνουν ή κρίνουν, για εκείνους που δεν ντρέπονται να ξεγυμνώσουν την ψυχή τους.
Απόσπασμα
Με μεγάλωσαν εντελώς μόνο κι απ’ όσο θυμάμαι, κάθε τι που ‘χε σχέση με το σεξ, μου ‘φερνε αγωνία. Ήμουν γύρω στα δεκάξι όταν γνώρισα στη παραλία του χωριού Χ. ένα κορίτσι συνομήλικό μου, τη Σιμόν. Οι οικογένειές μας είχανε μακρινή συγγένεια, γι’ αυτό και τα πρώτα μας παρέδωσε, προχωρήσαμε πολύ γρήγορα. Τρεις μέρες μετά τη γνωριμία, βρεθήκαμε μόνοι οι δυο μας στη βίλα της. Φορούσε μαύρη ποδιά μ’ άσπρο κολαριστό γιακά. Είχα αρχίσει να συνειδητοποιώ πως το άγχος που μ’ έπιανε όταν την έβλεπα, την έπιανε κι εκείνη με μένα, ένα άγχος που τη μέρα κείνη, ήταν ακόμα μεγαλύτερο επειδή έλπιζα πως κάτω από τη ποδιά της ήταν τελείως γυμνή.Φορούσε μαύρες μεταξωτές κάλτσες που φτάνανε πάνω από το γόνατο, ακόμα όμως δεν είχα καταφέρει να τη δω μέχρι τον κώλο (αυτή η λέξη, που χρησιμοποιούσαμε πάντα με τη Σιμόν, ήτανε για μένα το πιο ωραίο απ’ όλα τα ονόματα του σεξ). Φανταζόμουνα μόνο πως έτσι και σήκωνα λιγάκι τη ποδιά από πίσω, θα ‘βλεπα τ’ απόκρυφα μέρη της.Σε μια γωνιά του διαδρόμου ήταν αφημένο ένα πιάτο με γάλα για τη γάτα.-”Τα πιάτα είναι για να καθόμαστε”, είπε η Σιμόν. “Τι στοίχημα βάζεις ότι μπορώ να κάτσω μες στο πιάτο”;-”Βάζω στοίχημα πως δε θα τολμήσεις”, απάντησα σχεδόν με κομμένη ανάσα.Έκανε αφόρητη ζέστη. Η Σιμόν ακούμπησε το πιάτο σ’ ένα σκαμνάκι, στήθηκε μπρος μου και με τα μάτια της καρφωμένα στα δικά μου, κάθισε χωρίς να μπορώ να τη δω κάτω από τη ποδιά και μούσκεψε τους ζεματιστούς γλουτούς της στο δροσερό γάλα. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι κι άρχισα να τρέμω, ενώ αυτή κοίταζε το σηκωμένο πέος μου που πίεζε από μέσα το πανταλόνι μου. Έμεινα έτσι για λίγο ασάλευτος μπροστά της. Δε κουνήθηκε από τη θέση της και για πρώτη φορά, είδα τη ροδόμαυρη σάρκα της που δροσιζότανε μες στο κάτασπρο γάλα. Καθίσαμε σ’ αυτή τη στάση πολλήν ώρα κι είμασταν κι οι δυο συγκλονισμένοι…Ξαφνικά σηκώθηκε πάνω κι είδα το γάλα να τρέχει στα μπούτια της και να φτάνει ως τις κάλτσες. Σκουπίστηκε κανονικά μ’ ένα μαντίλι, όρθια πάνω από το κεφάλι μου, με το ‘να πόδι στο σκαμνάκι κι εγώ έτριβα μ’ όλη μου τη δύναμη τον πούτσο μου πάνω από το πανταλόνι, σφαδάζοντας από κάβλα, στο πάτωμα. Έτσι φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα σ’ οργασμό χωρίς καν να ‘χουμε αγγιχτεί. Όταν όμως γύρισε η μητέρα της κι η Σιμόν χώθηκε τρυφερά στην αγκαλιά της, εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία και χωρίς να με δούν, επειδή καθόμουνα σε χαμηλή πολυθρόνα, σήκωσα από πίσω τη ποδιά κι έχωσα, ανάμεσα από τα καφτά της μπούτια, το χέρι μου βαθιά μες στον κώλο της.Γύρισα τρέχοντας σπίτι με τη λαχτάρα να τραβήξω κι άλλη μια μαλακία και τ’ άλλο βράδι, τα μάτια μου ήτανε τόσο κομμένα, που η Σιμόν, αφού πρώτα με κοίταξε καλά-καλά, έκρυψε το πρόσωπό της στον ώμο μου κι είπε σοβαρά:-”Δε θέλω να μαλακιστείς άλλη φορά χωρίς εμένα”.Έτσι, οι ερωτικές μας σχέσεις μ’ αυτό το κορίτσι, άρχισαν να γίνονται τόσο στενές κι αναπόφευκτες που σχεδόν δεν αντέχαμε να περάσει μια βδομάδα χωρίς να ειδωθούμε. Εντούτοις, γι’ αυτό το θέμα δεν έχουμε μιλήσει σχεδόν ποτέ. Καταλαβαίνω πως όταν με βλέπει, αισθάνεται αυτό που αισθάνομαι κι εγώ όταν τη βλέπω, μου ‘ναι σχεδόν αδύνατον όμως να εξηγήσω αυτό που μας συμβαίνει. Θυμάμαι μια μέρα που τρέχαμε σα παλαβοί με τ’ αυτοκίνητο, χτυπήσαμε μια ποδηλάτισσα που θα πρέπει να ‘τανε πολύ νέα κι όμορφη. Οι ρόδες του αυτοκινήτου μας, της είχαν κόψει το κεφάλι σε σημείο που της το ‘χανε χωρίσει από το σώμα. Μείναμε πολλήν ώρα στ’ αυτοκίνητο κοιτάζοντας μερικά μέτρα πιο κάτω, τη σκοτωμένη. Η φρίκη κι η απόγνωση που αισθάνεται κανείς μπροστά σε τόσες σάρκες βουτηγμένες στο αίμα, εν μέρει αηδιαστικές αλλά κι εν μέρει πανέμορφες, δε διαφέρουνε και πολύ απ’ αυτό που συνήθως νιώθουμε μεις οι δυο όταν κοιταζόμαστε. Η Σιμόν είναι ψηλή κι όμορφη. Η συμπεριφορά της γενικά είναι πολύ απλή, δεν υπάρχει τίποτα τ’ απελπισμένο ούτε στο βλέμμα, ούτε στη φωνή της. Στο σεξουαλικόν όμως, τη πιάνει ξαφνικά τέτοια βουλιμία για κάθε τι που συγκλονίζει, ώστε κι η παραμικρότερη διέγερση των αισθήσεων, κάνει μονομιάς το πρόσωπό της να παίρνει μιαν έκφραση που φέρνει αμέσως στο νου, όλα κείνα που ‘χουν να κάνουν με την ουσία της σεξουαλικότητας, το αίμα παραδείγματος χάρη, την ασφυξία, τον αιφνίδιο τρόμο, το έγκλημα, κάθε τι που καταστρέφει επ’ άπειρο την ανθρώπινη μακαριότητα κι εντιμότητα. Η πρώτη φορά που την είδα να τη πιάνει αυτή η βουβή και σύγκορμη σύσπαση, (που μ’ έπιασε και μένα), ήτανε τη μέρα που ‘κατσε στο πιάτο με το γάλα. Η αλήθεια είναι πως δε κοιταζόμαστε ίσια στα μάτια παρά μόνο σε τέτοιες στιγμές, τη γαλήνη όμως και την όρεξη για παιγνίδια τις βρίσκουμε μόνο λίγο μετά τον οργασμό, όταν χαλαρώνουμε.Πρέπει να πω πως παρ’ όλ’ αυτά, πέρασε πολύς καιρός ώσπου να κάνουμε έρωτα, εκμεταλλευόμασταν όμως όλες τις ευκαιρίες για να επιδοθούμε σ’ ασυνήθιστες πράξεις. Αυτό δε σημαίνει πως δεν είμασταν ντροπαλοί, κάθε άλλο μάλιστα, όμως κάτι ακατανίκητο μας έσπρωχνε και τους δυο να προκαλούμε ζευγαρωτά την αιδώ με τη μεγαλύτερη ξεδιαντροπιά…..
Δημοσιεύετικε το 1928 με το ψευδώνυμο Lord Auch.
Η Ιστορία του Ματιού
(Histoire de l’œil)
Μεταφρ. Δημήτρης Δημητριάδης
Αγρα, 1995
"Θα ήταν σοβαρό ατόπημα του μεταφραστή της Ιστορίας του ματιού το να επιχειρήσει να καθοδηγήσει προκαταβολικά ή ακόμα και να προετοιμάσει με κάποιο τρόπο τον αναγνώστη της. Αλλά θα ήταν σοβαρή παράλειψη και του αναγνώστη το να διαβάσει την «Ιστορία του ματιού» απροετοίμαστος, αγνοώντας δηλαδή ποιος είναι αυτός που την έγραψε και μέσα σε ποια πλαίσια ενός πολύ, απρόβλεπτα, ευρύτερου και πολυδιάστατου έργου εντάσσεται, λειτουργεί και αξιολογείται" γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου ο μεταφραστής Δημητρης Δημητριαδης
Ενα βιβλίο γραμμένο απο τον Γάλλο «αιρετικό» Ζωρζ Μπατάιγ. Όχι δεν απευθύνεται σε ηδονοβλεψίες αλλά σε ανθρώπους που τα μάτια τους είναι ο καθρέφτης της ψυχής τους, που δεν ντρέπονται να τα ανοίξουν για να δουν την αλήθεια. Για εκείνους που δεν λογοκρίνουν ή κρίνουν, για εκείνους που δεν ντρέπονται να ξεγυμνώσουν την ψυχή τους.
Απόσπασμα
Με μεγάλωσαν εντελώς μόνο κι απ’ όσο θυμάμαι, κάθε τι που ‘χε σχέση με το σεξ, μου ‘φερνε αγωνία. Ήμουν γύρω στα δεκάξι όταν γνώρισα στη παραλία του χωριού Χ. ένα κορίτσι συνομήλικό μου, τη Σιμόν. Οι οικογένειές μας είχανε μακρινή συγγένεια, γι’ αυτό και τα πρώτα μας παρέδωσε, προχωρήσαμε πολύ γρήγορα. Τρεις μέρες μετά τη γνωριμία, βρεθήκαμε μόνοι οι δυο μας στη βίλα της. Φορούσε μαύρη ποδιά μ’ άσπρο κολαριστό γιακά. Είχα αρχίσει να συνειδητοποιώ πως το άγχος που μ’ έπιανε όταν την έβλεπα, την έπιανε κι εκείνη με μένα, ένα άγχος που τη μέρα κείνη, ήταν ακόμα μεγαλύτερο επειδή έλπιζα πως κάτω από τη ποδιά της ήταν τελείως γυμνή.Φορούσε μαύρες μεταξωτές κάλτσες που φτάνανε πάνω από το γόνατο, ακόμα όμως δεν είχα καταφέρει να τη δω μέχρι τον κώλο (αυτή η λέξη, που χρησιμοποιούσαμε πάντα με τη Σιμόν, ήτανε για μένα το πιο ωραίο απ’ όλα τα ονόματα του σεξ). Φανταζόμουνα μόνο πως έτσι και σήκωνα λιγάκι τη ποδιά από πίσω, θα ‘βλεπα τ’ απόκρυφα μέρη της.Σε μια γωνιά του διαδρόμου ήταν αφημένο ένα πιάτο με γάλα για τη γάτα.-”Τα πιάτα είναι για να καθόμαστε”, είπε η Σιμόν. “Τι στοίχημα βάζεις ότι μπορώ να κάτσω μες στο πιάτο”;-”Βάζω στοίχημα πως δε θα τολμήσεις”, απάντησα σχεδόν με κομμένη ανάσα.Έκανε αφόρητη ζέστη. Η Σιμόν ακούμπησε το πιάτο σ’ ένα σκαμνάκι, στήθηκε μπρος μου και με τα μάτια της καρφωμένα στα δικά μου, κάθισε χωρίς να μπορώ να τη δω κάτω από τη ποδιά και μούσκεψε τους ζεματιστούς γλουτούς της στο δροσερό γάλα. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι κι άρχισα να τρέμω, ενώ αυτή κοίταζε το σηκωμένο πέος μου που πίεζε από μέσα το πανταλόνι μου. Έμεινα έτσι για λίγο ασάλευτος μπροστά της. Δε κουνήθηκε από τη θέση της και για πρώτη φορά, είδα τη ροδόμαυρη σάρκα της που δροσιζότανε μες στο κάτασπρο γάλα. Καθίσαμε σ’ αυτή τη στάση πολλήν ώρα κι είμασταν κι οι δυο συγκλονισμένοι…Ξαφνικά σηκώθηκε πάνω κι είδα το γάλα να τρέχει στα μπούτια της και να φτάνει ως τις κάλτσες. Σκουπίστηκε κανονικά μ’ ένα μαντίλι, όρθια πάνω από το κεφάλι μου, με το ‘να πόδι στο σκαμνάκι κι εγώ έτριβα μ’ όλη μου τη δύναμη τον πούτσο μου πάνω από το πανταλόνι, σφαδάζοντας από κάβλα, στο πάτωμα. Έτσι φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα σ’ οργασμό χωρίς καν να ‘χουμε αγγιχτεί. Όταν όμως γύρισε η μητέρα της κι η Σιμόν χώθηκε τρυφερά στην αγκαλιά της, εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία και χωρίς να με δούν, επειδή καθόμουνα σε χαμηλή πολυθρόνα, σήκωσα από πίσω τη ποδιά κι έχωσα, ανάμεσα από τα καφτά της μπούτια, το χέρι μου βαθιά μες στον κώλο της.Γύρισα τρέχοντας σπίτι με τη λαχτάρα να τραβήξω κι άλλη μια μαλακία και τ’ άλλο βράδι, τα μάτια μου ήτανε τόσο κομμένα, που η Σιμόν, αφού πρώτα με κοίταξε καλά-καλά, έκρυψε το πρόσωπό της στον ώμο μου κι είπε σοβαρά:-”Δε θέλω να μαλακιστείς άλλη φορά χωρίς εμένα”.Έτσι, οι ερωτικές μας σχέσεις μ’ αυτό το κορίτσι, άρχισαν να γίνονται τόσο στενές κι αναπόφευκτες που σχεδόν δεν αντέχαμε να περάσει μια βδομάδα χωρίς να ειδωθούμε. Εντούτοις, γι’ αυτό το θέμα δεν έχουμε μιλήσει σχεδόν ποτέ. Καταλαβαίνω πως όταν με βλέπει, αισθάνεται αυτό που αισθάνομαι κι εγώ όταν τη βλέπω, μου ‘ναι σχεδόν αδύνατον όμως να εξηγήσω αυτό που μας συμβαίνει. Θυμάμαι μια μέρα που τρέχαμε σα παλαβοί με τ’ αυτοκίνητο, χτυπήσαμε μια ποδηλάτισσα που θα πρέπει να ‘τανε πολύ νέα κι όμορφη. Οι ρόδες του αυτοκινήτου μας, της είχαν κόψει το κεφάλι σε σημείο που της το ‘χανε χωρίσει από το σώμα. Μείναμε πολλήν ώρα στ’ αυτοκίνητο κοιτάζοντας μερικά μέτρα πιο κάτω, τη σκοτωμένη. Η φρίκη κι η απόγνωση που αισθάνεται κανείς μπροστά σε τόσες σάρκες βουτηγμένες στο αίμα, εν μέρει αηδιαστικές αλλά κι εν μέρει πανέμορφες, δε διαφέρουνε και πολύ απ’ αυτό που συνήθως νιώθουμε μεις οι δυο όταν κοιταζόμαστε. Η Σιμόν είναι ψηλή κι όμορφη. Η συμπεριφορά της γενικά είναι πολύ απλή, δεν υπάρχει τίποτα τ’ απελπισμένο ούτε στο βλέμμα, ούτε στη φωνή της. Στο σεξουαλικόν όμως, τη πιάνει ξαφνικά τέτοια βουλιμία για κάθε τι που συγκλονίζει, ώστε κι η παραμικρότερη διέγερση των αισθήσεων, κάνει μονομιάς το πρόσωπό της να παίρνει μιαν έκφραση που φέρνει αμέσως στο νου, όλα κείνα που ‘χουν να κάνουν με την ουσία της σεξουαλικότητας, το αίμα παραδείγματος χάρη, την ασφυξία, τον αιφνίδιο τρόμο, το έγκλημα, κάθε τι που καταστρέφει επ’ άπειρο την ανθρώπινη μακαριότητα κι εντιμότητα. Η πρώτη φορά που την είδα να τη πιάνει αυτή η βουβή και σύγκορμη σύσπαση, (που μ’ έπιασε και μένα), ήτανε τη μέρα που ‘κατσε στο πιάτο με το γάλα. Η αλήθεια είναι πως δε κοιταζόμαστε ίσια στα μάτια παρά μόνο σε τέτοιες στιγμές, τη γαλήνη όμως και την όρεξη για παιγνίδια τις βρίσκουμε μόνο λίγο μετά τον οργασμό, όταν χαλαρώνουμε.Πρέπει να πω πως παρ’ όλ’ αυτά, πέρασε πολύς καιρός ώσπου να κάνουμε έρωτα, εκμεταλλευόμασταν όμως όλες τις ευκαιρίες για να επιδοθούμε σ’ ασυνήθιστες πράξεις. Αυτό δε σημαίνει πως δεν είμασταν ντροπαλοί, κάθε άλλο μάλιστα, όμως κάτι ακατανίκητο μας έσπρωχνε και τους δυο να προκαλούμε ζευγαρωτά την αιδώ με τη μεγαλύτερη ξεδιαντροπιά…..
Δημοσιεύετικε το 1928 με το ψευδώνυμο Lord Auch.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)