Δευτέρα, Μαΐου 26

οι απόψεις ενός κλόουν

Χάινριχ Μπέλ
οι απόψεις ενός κλόουν
(Ansichten eines Clowns)
μετφρ:τζένη Μαστοράκη
Γράμματα, 1986

Το θεωρώ αριστούργημα, και παραθέτω αυτα που έγραψε για το βιβλίο ο Α. Βιστωνίτης στο "Βήμα" στις 12/10/2003 , Σελ.: S02.
δεν θα μπορουσα να συμφωνω περισσότερο.

...Χάινριχ Μπελ, που μαζί με τον Γκύντερ Γκρας αποτελούν το μεγάλο δίδυμο της νεότερης γερμανικής πεζογραφίας. Μείζον μυθιστόρημα της αθωότητας και της ενοχής είναι Ο κλόουν (1963), που κατέχει κεντρικό ρόλο στην πεζογραφία του Μπελ.

Ο κλόουν Χανς Σνιρ είναι από τα αδρότερα πρόσωπα που μας έδωσε ο Μπελ - και από τους αφοπλιστικότερους αρνητικούς χαρακτήρες του μεταπολεμικού μυθιστορήματος. Γόνος εύπορης αστικής οικογενείας, αρνείται την τάξη του, τις παραδόσεις της, την υποκρισία, τον στρουθοκαμηλισμό, τις ενοχές και τις συλλογικές της ευθύνες για το χιτλερικό άγος. Διαλέγει τον ρόλο του παρείσακτου, αυτού που για να κατακτήσει την αθωότητα απορρίπτει όσα πλεονεκτήματα του προσφέρει η κοινωνία. Γίνεται κλόουν, ζει με τις νευρώσεις του, τις τραγικωμικές ευαισθησίες του, τις αρνήσεις του, που τον οδηγούν στη σωματική και στη συναισθηματική κατάπτωση, αρνούμενος κάθε συμβιβασμό και πληρώνοντας ακριβά το τίμημα της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητάς του. Πάνω στις «κοινωνικές» του αδυναμίες θεμελιώνεται το ηθικό του σθένος.

Υπερευαίσθητος σε βαθμό αυτοεξόντωσης, περνά τις ημέρες του τηλεφωνώντας δεξιά κι αριστερά και περιμένοντας να επιστρέψει κοντά του η γυναίκα με την οποία ζούσε, η οποία τον εγκατέλειψε γιατί δεν μπορούσε να αντέξει την αναποφασιστικότητά του και την άρνησή του τελικά να καταστεί οργανικό μέλος μιας κοινωνίας η οποία, παρά τη φαινομενική αισιοδοξία της, είναι βαθιά σημαδεμένη από τις συνέπειες του πολέμου. Η κοινωνία που απορρίπτει ο Σνιρ τον απορρίπτει και αυτή με τη σειρά της. Του στερεί ό,τι πολυτιμότερο για τον ίδιο: την αγάπη της γυναίκας που ως το τέλος του βιβλίου την περιμένει να γυρίσει κοντά του.

Οπως όλοι οι αθώοι, ο Σνιρ είναι κωμικός και αξιοθρήνητος, ένας εξ ορισμού αταίριαστος - γιατί μόνο έτσι μπορεί κανείς να παραμείνει συνεπής προς τον εαυτό του. Η κατάπτωσή του είναι ραγδαία. Ο κλόουν βαθιά μέσα του πιστεύει ότι η κατάντια του θα συγκινήσει τη γυναίκα που τον εγκατέλειψε και θα ξαναγυρίσει κοντά του. Απαλλαγμένος από προκαταλήψεις, από την ίδια την ιδέα του αυτοεξευτελισμού, τηλεφωνεί στους φίλους της και τους παρακαλεί να την πείσουν να επιστρέψει.

Δημιουργεί και ζει με διάφορες τρελές φαντασιώσεις. Ονειρεύεται ακόμη και την ίδια του την κηδεία, για να καταλήξει στο τέλος με την κιθάρα του στον σταθμό της Κολονίας περιμένοντας τη γυναίκα αυτή, που εκφράζει τη γνησιότερη εμπειρία της ζωής του, να επιστρέψει από το γαμήλιο ταξίδι της.

Σπανίως ο αναγνώστης αισθανεται όχι απλώς βαθύ οίκτο για έναν αποτυχημένο αλλά αγανάκτηση για μια κοινωνία που δηλητηριασμένη από τις ενοχές και τις τύψεις της οδηγεί τα γνησιότερα τέκνα της στον αυτοεξευτελισμό. Ο κλόουν όμως του Μπελ είναι και μια έμμεση αναφορά στον ανεξάρτητο δημιουργό που παραμένει συνεπής προς τον εαυτό του, αντικομφορμιστής και αθώος, πέραν του τραγικού και του κωμικού, στα έσχατα όρια όπου δοκιμάζονται και οι τελευταίες αντοχές του ανθρώπου.


Αφού η κοινωνία έχει χάσει τα τελευταία ψήγματα της αθωότητάς της, την έσχατη ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο θα την κρατήσουν ζωντανή άνθρωποι σαν τον Σνιρ, που δεν διστάζουν να πληρώσουν το αντίτιμο. Πρόκειται για τα μαύρα της πρόβατα, όσους διαλέγουν τη μοίρα - και την ελευθερία - του παρία. Γιατί το ανώτερο ηθικό επίπεδο είναι ακριβώς η έσχατη άρνηση, η ολοκληρωτική έξοδος από το σύστημα, η πτώση στο τελευταίο σκαλοπάτι.

αριστούργημα, ανακαλύψτε το.

bertolt brecht

το κομμένο σχοινί

Το κομμένο σχοινί
μπορείς να το ξαναδέσεις
θα κρατήσει πάλι, ωστόσο
θα ‘ναι κομμένο.

Ίσως πάλι ν’ ανταμώσουμε
μα εκεί που μ’ άφησες
δεν πρόκειται ποτέ
να ξαναβρείς.


{μετάφραση: Πέτρος Μάρκαρης}

Μπρέχτ, φεβρουαριος 1898 - Αυγουστος 1956

Πέμπτη, Μαΐου 22

ερωτικό λεξικό της ελλάδας

Ζακ Λακαριέρ
ερωτικό λεξικό της Ελλάδας
(Dictionnaire amoureux de la Grece)
μετφρ:Χατζηνικολή, Ι. - Παπαδόπουλος, Χ.
Χατζηνικολής, 2002

Ενα ταξιδι σε πρόσωπα, τοπία, λέξεις..ολα συνδεδεμένα με την αγάπη του συγγραφέα για την ελλάδα. Ενα υπέροχο ταξίδι.

Ο ίδιος λέει, Ορκίστηκα, ενώπιον της σύναξης Ολυμπίων θεών και ορθοδόξων αγίων να μη γράψω ποτέ ξανά για την Ελλάδα. Αλλά γι' άλλη μια φορά υπέκυψα στη φωνή των σειρήνων εισβάλλοντας στον ωκεάνιο κόσμο των λεξικών. Όμως ο τίτλος είναι σαφής: "Ερωτικό Λεξικό". Ναι, είναι ο έρωτας ­ ο έρωτας των λέξεων, των τόπων, των αντικειμένων, των ιδεών, των εικόνων, των ύμνων, των συγγραφέων, των φίλων και φιλενάδων ­ θνητών, νυμφών και θεών ­ που υπαγόρευσε την επιλογή των λημμάτων και του περιεχομένου τους.
Αμοργός
Αμοργός είναι το όνομα ενός νησιού των Κυκλάδων, διάσημου στην αρχαιότητα για τα ενδύματα που κατασκευάζονταν εκεί και πολύ αργότερα για τα πολυάριθμα κυκλαδικά ειδώλια από μάρμαρο. Ονειρευόμουν να πάω στην Αμοργό παρακινούμενος από τον παράξενο ήχο του ονόματός της. Όνειρο που το πραγματοποίησα το φθινόπωρο του 1958. Ταξίδι που έγινε ακόμα πιο ειδυλλιακό χάρη σε μία γοητευτική Ελληνίδα φοιτήτρια των Καλών Τεχνών που είχα γνωρίσει και με ακολούθησε. Και γνωρίσαμε λοιπόν ο ένας τον άλλον στις απόλυτα έρημες παραλίες του νησιού, περνώντας τις πιο όμορφες ερωτικές μας νύχτες κοντά σε μία σπηλιά που κατοικούσαν φώκιες και επιδίδονταν οπτικά ή μάλλον οπτικά σε ανάλογες νυχτερινές συνευρέσεις...

Έρως
Πώς ένα τέτοιο λεξικό θα απέκλειε τον θεό της ερωτικής επιθυμίας, της έλξης των φύλων, της συναισθηματικής δέσμευσης, με μία λέξη τον Έρωτα; Όταν τα άστρα και τα φώτα συναντώνται κι όταν αυτά χάνονται από τον ουρανό είναι ο Έρωτας. Όταν οι χυμοί ενός δένδρου ξεχύνονται την άνοιξη, είναι Έρωτας. Όταν δύο πλάσματα συναντώνται και σμίγουν για μία ώρα ή για μία ζωή, είναι πάντα ο Έρωτας. Πόσο θλιβερή θα ήταν η ύπαρξη χωρίς αυτόν. Μπορούμε να μην ανεβούμε στον ουρανό όπως έκανε ο Ίκαρος, αλλά δεν μπορούμε να ζήσουμε πλήρεις χωρίς τον Έρωτα...

Δευτέρα, Μαΐου 19

πόνος και πάθος

Ροντα Ζαμι
Φρίντα Κάλο
(Frida Kahlo)
Λιβάνης, 1996

«Γεννήθηκα μαζί με μια επανάσταση.
Αυτό ας το μάθουν όλοι.
Γεννήθηκα μέσα στη φωτιά·
πρωτοείδα τον κόσμο μέσα στη θέρμη του ξεσηκωμού.
Εκείνη η καυτή μέρα θα με κρατάει πάντα μες στην αγκαλιά της.
Ως παιδί, εκπυρσοκρότητα.
Ως ενήλικος, πυρπολήθηκα.
Είμαι χωρίς αμφιβολία παιδί αυτής της επανάστασης και ενός γέρου θεού που λάτρευαν οι πρόγονοί μας
Γεννήθηκα το 1910. Ήταν καλοκαίρι. Μετά από λίγο, ο Εμιλιάνο Ζαπάτα, el Gran Insurrecto, θα ξεσήκωνε το Νότο.»

Ήμουν, λοιπόν, τυχερή: το 1910 ήταν η χρονολογία γέννησής μου.

Στο Παρίσι, το 1939, τη Φρίντα Κάλο περιστοίχισε πλήθος θαυμαστών, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πικάσο, ο Μπρετόν, ο Ντισάμπ, ο Καντίνσκι.Στη ζωή της, η γυναίκα και η ζωγράφος είναι αδιαχώριστες, οδηγούμενες από μια μοίρα που κυριαρχείται από τον πόνο και την αρρώστια.

Ο Ντιέγκο Ριβέρα έγραψε σχετικά: «Η Φρίντα είναι το μοναδικό παράδειγμα στην ιστορία της τέχνης κάποιου που κατακερμάτισε το στήθος και την καρδιά του για να δείξει τη βιολογική αλήθεια όσων αισθάνεται».

[...] Με σκοπό να εκφράσει τις ιδέες και τα συναισθήματά της, η Φρίντα Κάλο ανέπτυξε μια προσωπική εικονογραφική γλώσσα, χρησιμοποιώντας δικό της λεξιλόγιο και δικό της εικαστικό συντακτικό. Χρησιμοποιούσε σύμβολα που, καθώς σήμερα έχουν αποκρυπτογραφηθεί, προσφέρουν τη δυνατότητα ουσιαστικής και ακριβούς ερμηνείας και κατανόησης του έργου της, όπως και των συνθηκών που επικρατούσαν κατά τη δημιουργία του. Το μήνυμα είναι σαφές: τα έργα της πρέπει να γίνονται αντιληπτά ως μεταφορικές συμπυκνώσεις συγκεκριμένων εμπειριών. Η πλούσια φαντασία που χαρακτηρίζει τα έργα της Κάλο προέρχεται πρώτα και κύρια από τη μεξικανική λαϊκή τέχνη και τον Προκολομβιανό πολιτισμό. Επίσης, άντλησε έμπνευση από το καλλιτεχνικό ύφος των retablos, αφιερωματικών πινάκων με θέμα χριστιανούς αγίους και μάρτυρες. Αναφερόταν σε παραδόσεις που, όσο σουρεαλιστικές και αν ακούγονται στους Ευρωπαίους, συνεχίζουν να ανθούν στην καθημερινή ζωή του Μεξικού ακόμη και σήμερα. [...]

«πόδια? τι να τα κάνω αφου έχω φτερά και μπορώ να πετάω?»

Η ιστορία μιας γυναίκας που με συγκλονίζει με τη ζωή, το έργο της, μα προπάντων για την ψυχή της. Πρεπει να την ανακαλύψεις.

{Μαγκνταλένα Κάρμεν Φρίντα Κάλο Καλντερόν (Frida Kahlo) - (1907-1954), ζωγράφος, γεννήθηκε στο Μεξικό}

Τρίτη, Μαΐου 13

sylvia path

πρωινό τραγούδι

Η αγάπη σε κούρντισε σαν βαρύ χρυσό ρολόι.
Η μαμή χτύπησε τις πατούσες σου και η γυμνή κραυγή σου
Πήρε τη θέση της ανάμεσα στα στοιχεία.

Οι φωνές μας αντιλαλούν, μεγεθύνοντας τον ερχομό σου.

Καινούρ-γιο άγαλμα.
Σ' ένα παγερό μουσείο, η γύμνια σου
Σκιάζει την ασφάλειά μας.
Στεκόμαστε τριγύρω ανέκφραστοι σαντοίχοι.

Δεν είμαι περισσότερο μάνα σου
Από το σύννεφο που διυλίζει έναν καθρέφτη για να αντανακλά την ική του αργή
Εξαφάνιση στο χέρι του ανέμου.

Όλη νύχτα σαν πεταλουδίτσα η ανάσα σου
Πεταρίζει ανάμεσα στα λεία ροζ τριαντάφυλλα.
Ξυπνώ ν' αφουγ-κραστώ:
Μια μακρινή θάλασσα σαλεύει μες στο αυτί μου.
Μια κραυγή, και σκουντουφλώ απ' το κρεβάτι, βαρειά σαν γελάδακαι λουλουδιασμένη
Μες στο βικτωριανό μου νυχτικό.

Το στόμα σου ανοίγει καθαρό σαν του γατιού.
Το τετράγωνο του παραθύρου
Ξασπρίζει και καταπίνει τα θολά του αστέρια.

Και τώρα δοκι-μάζειςΜια φουχτίτσα νότες·

Τα ξεκάθαρα φωνήεντα υψώνονται σαν μπαλόνια.

{Sylvia Plath, 1932 - 1963. μεταφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου}

Δευτέρα, Μαΐου 12

με τα δικά μου γράμματα

Απαντώντας στην πρόσκληση του φιλου Nautilos παρουσιάζω κι εγώ ένα δικό μου χειρόγραφο :



Αντιγράφω επίσης από το Ναυτιλο τους κανονισμούς του παιχνιδιού:

Οι οδηγίες:
1. Γράψε (με το χέρι )
2. Σκάναρε (ή φωτογράφισε… )
3. Πόσταρε.
4. Ειδοποίησε ! Απαραίτητα στο τέλος του ποστ γράψε: για το http://autographcollectors.blogspot.com/
(επίσης υπάρχει το λινκ και δεξια όπως κοιτατε την οθόνη στα αγαπημένα μας ΙδιογράφΩς)
5. Προσκάλεσε άλλους 5 ή και περισσότερους blogger να συμμετέχουν.

Προσκαλώ και εγω με τη σειρά μου τους:

Αποστόλη Αρτινό (LEXIMATA)
Δημήτρη Αθηνάκη
Πατριάρχη Φώτιο (ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ)
Roadartist
Zoulou (σχολικες περιπετειες σαλαμινας)
Akama

rainer maria rilke

Σβήσε τα μάτια μου

Σβήσε τα μάτια μου·
μπορώ να σε κοιτάζω,
τ' αυτιά μου σφράγισέ τα,
να σ' ακούω μπορώ.
Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να 'ρθω σ' εσένα,και δίχως στόμα, θα μπορώ να σε παρακαλώ.
Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,
σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.
Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώμε το κεφάλι.
Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη,
εγώ μέσα στο αίμα μου θα σ' έχω πάλι

{μτφρ. Κωστής Παλαμάς}

Παρασκευή, Μαΐου 9

ο κήπος με τις μουριές

Καίτη Οικονόμου
Ο κήπος με τις μουριές
Ωκεανίδα, 2006

Καθόμασταν με την Καίτη στο μικρο καφενιο της πλατείας και της ζήτησα να μου περιγράψει το βιβλίο. Την κοιτουσα με αγωνία όση ώρα μιλούσε περιμενα να ακουσω τη συνέχεια. Ήταν το πρώτο της βιβλίο (που γράφει, γιατι έχει μεταφράσει τοσα πολλά, κάποια από αυτά ειναι τα Χαρυ Πότερ) και συνεχώς ρωτουσα «και μετά?» . Εκείνη έλαμπε καθως μου το έλεγε, θυμάμαι χαρακτηριστικά που μου λεει «είχα σκεφτεί για τιτλο να βάλω η Γκαντέμω, αλλά δεν ακουγόταν όμορφα…»

Την Καιτούλα (την συγγραφέα) την ξέρω απο πάντα, την ξέρω πριν ακομα γεννηθω, παιδική φίλη της μαμας και πάντα έπερνα δυναμη απο εκείνη. Εχει τον τρόπο της. Ξερει να σε ανακουφιζει, να σε μαλώνει, να σε εμψυχώνει!

Το έχω διαβάσει καιρο το συγκεκριμένο βιβλίο και μολις σήμερα σκεφτηκα να γράψω για αυτο…Ένα βιβλίο σαν ταινία.

Να το διαβάσετε.

θα σε ξεχνάω κάθε μέρα

Βασίλης Αλεξάκης
θα σε ξεχνάω κάθε μέρα
Εξάντας, 2005

Κάποιο μεσημέρι που έτρωγα μόνος μου στον Δημόκριτο, ένα εστιατόριο κοντά στο διαμέρισμά μου στην Αθήνα, εμφανίστηκες στην είσοδο του μαγαζιού και έριξες μια προσεκτική ματιά γύρω σου. Είχα τελειώσει το φαγητό μου και διάβαζα την εφημερίδα. Το βλέμμα σου με προσπέρασε όπως προσπέρασε και τους άλλους θαμώνες. Προσπάθησα να μετριάσω την απογοήτευσή μου. Συλλογίστηκα ότι είχαμε δώδεκα χρόνια να ιδωθούμε. Αναλογίστηκα όλες τις αλλαγές που είχε υποστεί στο διάστημα αυτό το πρόσωπό μου...Ατένισες για δεύτερη φορά την πελατεία. Με κοίταξες ξανά, πίστεψα ότι ήσουν έτοιμη να στραφείς στο διπλανό τραπέζι, αλλά το βλέμμα σου έμεινε επιτέλους σ' εμένα. Έκανες μερικά διστακτικά βήματα προς το μέρος μου. Σηκώθηκα για να σε υποδεχτώ.-Όπως βλέπεις, πήρα μερικά κιλά, σου είπα όσο πιο πρόσχαρα μπορούσα.Εσύ, που πάντα με έβρισκες υπερβολικά αδύνατο, που έκρινες ελλιπή τη διατροφή μου, μου απάντησες κάπως ξερά:-Το βλέπω.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου

το διαβάσα, μου άρεσε και με συγκίνησε, πολύ!

yvan goll

Μαλαισιανά τραγούδια

XVII

Είμαι το ρυάκι σου
που μέθυσε με δυόσμο

Σκύψε πάνω μου
για να σου μοιάσω

Κολύμπησε μέσα μου
να νιώσεις πως τρέμω

Φάε τα ψάρια μου
να μ’ αφανίσεις

Πιες με
να με στερέψεις

Αγάπησέ με
Θα σε συντρέξω να πνιγείς

XX

Στο φιλί σου πιο βαθύ κι απ’ το θάνατο
νιώθω τη λύσσα σου να ξαναμπείς στη γη
να γυρίσεις πίσω στο χάος σου

Λιώνεις
χάνεσαι
σύννεφο πέφτεις
ποτάμι τρέχεις στη θάλασσά σου

Κι σάρκα μου σε δέχεται σαν ένα μνήμα

XXV

Σκεπάστηκα με εφτά πέπλα
για να με ξεσκεπάσεις
εφτά φορές

Μυρώθηκα μ’ εφτά μύρα
για να με μυρίσεις
εφτά φορές

Σου είπα εφτά ψέματα
για να με αφανίσεις
εφτά φορές

Όταν ζυγώνεις η νύχτα όλη ανατριχιάζει
οι τοίχοι σαλεύουν

το γιασεμί μυρίζει πιο δυνατά
η θάλασσα ανασαίνει πιο γρήγορα

κι άνεμος ανάστατος
σιάζει τα μαλλιά μου

όπως σ' αρέσουν

{Ιβάν Γκόλ 1891-1950, Chansons Malaises, μετάφραση: Ε. Χ. Γονατάς}

Δευτέρα, Μαΐου 5

το δέντρο που έδινε

Σελ Σίλβερσταίν
Το Δέντρο που έδινε
(The giving Tree)
Δωρικός, 1998
Μια φορά ήταν ένα δέντρο που αγαπούσε ένα μικρό αγόρι.
Και κάθε μέρα το αγόρι θα ερχόταν και θα μάζευε τα φύλλα του και θα έφτιαχνε στέμματα παίζοντας τον βασιλιά του δάσους.
Σκαρφάλωνε στον κορμό του και τραμπαλιζόταν στα κλαδιά του και έτρωγε τα μήλα του.
Και έπαιζαν κρυφτό.
Κι όταν κουραζόταν το αγόρι πλάγιαζε στη σκιά του δέντρου.
Και το αγόρι αγαπούσε το δέντρο πάρα πολύ.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Μα ο χρόνος περνούσε.
Και το αγόρι μεγάλωσε.
Και το δέντρο έμενε συχνά μόνο του.
Τότε μια μέρα το αγόρι ήρθε στο δέντρο και το δέντρο είπε
"έλα, Αγόρι, έλα και σκαρφάλωσε στον κορμό μου, κάνε κούνια στα κλαδιά μου και φάε τα μήλα μου και παίξε στον ίσκιο μου και γίνε ευτυχισμένο."
"Είμαι πολύ μεγάλο για να σκαρφαλώνω και να παίζω", απάντησε το αγόρι."Θέλω να αγοράζω πράγματα και να περνάω καλά. Θα ήθελα κάποια χρήματα.
Μπορείς να μου δώσεις μερικά;"
"Λυπάμαι", είπε το δέντρο, "αλλά δεν έχω χρήματα. Μόνο φύλλα και μήλα έχω.
Πάρε τα μήλα μου, Αγόρι, και πούλησέ τα στην πόλη.
Έτσι θα κερδίσεις χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένο."
Και το αγόρι σκαρφάλωσε στο δέντρο και αφού μάζεψε τα μήλα του τα πήρε μαζί του.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά το αγόρι έμεινε μακριά από το δέντρο για πολύ καιρό...
και το δέντρο ήταν δυστυχισμένο.
Και τότε, μια μέρα, το αγόρι ήρθε πάλι πίσω και το δέντρο τραντάχτηκε από τη χαρά του και είπε "έλα, Αγόρι, σκαρφάλωσε στον κορμό μου και τραμπαλίσου στα κλαδιά μου και γίνε ευτυχισμένο."
"Έχω πολλές δουλειές για να σκαρφαλώνω σε δέντρα", είπε το αγόρι.
"Θέλω ένα σπίτι για να με ζεσταίνει", είπε."Θέλω μια γυναίκα και θέλω και παιδιά, γι' αυτό χρειάζομαι ένα σπίτι. Μπορείς εσύ να μου δώσεις ένα σπίτι;"
"Δεν έχω σπίτι να σου δώσω", απάντησε το δέντρο."Το δάσος είναι το σπίτι μου, αλλά μπορείς να κόψεις τα κλαδιά μου και να χτίσεις ένα σπίτι. Τότε θα είσαι ευτυχισμένος."
Και έτσι το αγόρι έκοψε τα κλαδιά του δέντρου και τα πήρε μαζί του για να χτίσει το σπίτι του.Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.
Αλλά το αγόρι έλειψε για πολύ καιρό.
Και όταν επέστρεψε,το δέντρο ήταν τόσο ευτυχισμένο που μόλις που μπορούσε να μιλήσει."
Έλα, Αγόρι, έλα και παίξε."
"Είμαι πολύ γέρος και θλιμμένος για να παίξω", είπε το αγόρι.
"Θέλω μια βάρκα που να με πάει κάπου πολύ μακριά. Μπορείς να μου δώσεις μια βάρκα;""Κόψε τον κορμό μου και φτιάξε μια βάρκα" είπε το δέντρο. "Τότε θα μπορέσεις να ταξιδέψεις και να είσαι ευτυχισμένο."Τότε το αγόρι έκοψε τον κορμό του δέντρου και έφτιαξε μια βάρκα και ταξίδεψε μακριά.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο....αλλά όχι αληθινά.
Μετά από πολύ καιρό το αγόρι ξαναγύρισε."Λυπάμαι, Αγόρι, αλλά δεν έχω πια τίποτα να σου δώσω. Τα μήλα μου τέλειωσαν.""Τα δόντια μου είναι πολύ αδύναμα πια για μήλα", απάντησε το αγόρι."Τα κλαδιά μου κόπηκαν. Δε μπορείς να κάνεις κούνια σ' αυτά", είπε το δέντρο."Είμαι πολύ γέρος πια για να κάνω κούνια", είπε το αγόρι.
"Ο κορμός μου κόπηκε", είπε το δέντρο, "δε μπορείς να σκαρφαλώσεις"
"Είμαι πολύ κουρασμένος για να σκαρφαλώνω" , είπε το αγόρι."Λυπάμαι", απάντησε το δέντρο, "μακάρι να μπορούσα να σου δώσω κάτι.
Αλλά δε μου έχει μείνει πια τίποτα.
Είμαι μόνο ένα γερασμένο κούτσουρο.
Λυπάμαι..."
"Δε χρειάζομαι πολλά πια", είπε το αγόρι, "μόνο ένα ήσυχο μέρος να καθήσω και να ξεκουραστώ. Είμαι πολύ κουρασμένος.""Τότε" είπε το δέντρο ισιώνοντας όσο μπορούσε τον κορμό του, "ένα παλιό κούτσουρο είναι ένα καλό μέρος να καθήσεις και να ξεκουραστείς.
Έλα, Αγόρι, κάθισε. Κάθισε και ξεκουράσου."
Και το αγόρι κάθησε και ξεκουράστηκε.
Και το δέντρο ήταν ευτυχισμένο.

για όσους ξέρουν να δίνουν, στον Άντρεα και τη Βάλια. .